Ανέβαινα στο κέντρο με το λεωφορείο, όταν ήρθε και κάθισε δίπλα μου ένας καλοντυμένος νεαρός άνδρας. Κρίνοντας από τη φωνή του ήταν πάνω κάτω στην ηλικία μου. Μιλούσε στο κινητό του. Δεν μπόρεσα να αντισταθώ στην ωτακουστία (άλλωστε είναι ένα από τα κεράσματα της μετακίνησης με μέσα μαζικής μεταφοράς), όταν διατύπωσε τη φράση «είναι οι τελευταίες μου μέρες εδώ. Την Παρασκευή το απόγευμα φεύγω για πάντα».
Η αφήγηση συνεχίστηκε για το πως απολύθηκε τον Ιούλιο κι από τότε δεν έχει βρει καμία σταθερή δουλειά, για το πως τον τελευταίο καιρό, εργάζεται «μαύρα» ακόμα και τις Κυριακές σε ένα γραφείο τελετών ενός οικογενειακού γνωστού και πως πήρε τη σημαντική απόφαση να τα μαζέψει και να φύγει μια και καλή από την Ελλάδα, περνώντας απέναντι, στην Τουρκία, όπου στόχευε να ανοίξει ένα μαγαζί στα Άδανα. Το τουρκικό κράτος, είπε, θα του προσέφερε ένα σημαντικό αρχικό κεφάλαιο, μείωση στο επιτόκιο αν κατάφερνε να κρατήσει για 3 χρόνια μια επιχείρηση, έστω με έναν υπάλληλο και το βασικότερο αστυνομική στήριξη ενάντια σε κάθε είδους «προστασία». Μια αντίστοιχη ευκαιρία στην Ελλάδα, φαίνεται -λέει- ασύλληπτη: Μόνο το κεφάλαιο για ένα υποτυπώδες συνοικιακό καφέ ξεπερνάει τις 250.000 ευρώ – χώρια τα λαδώματα.
Ο νεαρός ακουγόταν ψύχραιμος και κατασταλαγμένος. Σαν να είχε περάσει πολλές ώρες σκέψης πριν καταλήξει στο μοναδικό συμπέρασμα: Η πατρίδα του δεν τον χωράει. Αυτό που με αναστάτωσε ήταν ότι η φωνή του δεν είχε ίχνος από την απογοήτευση ή το παράπονο που θα περίμενα. Αν το διάβαζα σε μυθιστόρημα, ο συγγραφέας θα είχε φροντίσει να προσδώσει αυτό τον απαραίτητο δραματικό τόνο που θα έκανε το συμβάν κοινωνική καταγγελία. Όμως το αγόρι που καθόταν δίπλα μου, αρνιόταν να πάρει τη μορφή ενός σύγχρονου μετανάστη, εκπρόσωπου μιας εθνικής τραγωδίας. Ήταν μάλλον ένας πρακτικός άνθρωπος που αντιμετώπιζε μια κατάσταση. Ένας νέος που δεν ένιωθε απογοήτευση για την προδοσία της πατρίδας, γιατί προφανώς δεν ένιωθε τη γη που τον γέννησε περισσότερο πατρίδα από την ευημερία του.
Είδα πρώτη φορά την κρίση σα μια πραγματικότητα της εποχής. Σαν την αρχή ή το τέλος ενός ταξιδιού, που όταν ξεφύγει από τις κορώνες θα δείξει τον πραγματικό του προορισμό. Είδα ότι πρόκειται για μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει πέρα από τις δαιμονοποιήσεις και τις εσχατολογίες των μέσων και του ψιθύρου του όχλου, ως η αναπόφευκτη πορεία μιας γενιάς. Είδα ότι η κρίση πριν σε αγγίξει, σε σκουντάει τυχαία στο δρόμο λέγοντας ένα «με συγχωρείτε» με το στόμα ενός αγνώστου, κι έρχεται και κάθεται δίπλα σου στο λεωφορείο. Την είδα σαν ένα ιστό που περιπλέκεται αθόρυβα, γύρω από ένα Έθνος τυχαίων περαστικών.
Ο νεαρός άνδρας κατέβηκε στο Φωταέριο. Όσο κι αν προσπάθησα δεν κατάφερα να δω το πρόσωπό του. Όχι φυσικά ότι θα είχε ιδιαίτερη σημασία. Οι πιθανότητες να ξαναδώ ένα πρόσωπο που την επόμενη μέρα θα άφηνε τη χώρα για πάντα είναι μηδαμινές. Τον άφησα να χαθεί σαν μια μικρή απρόσωπη ιστορία που ακούσια έδωσε σάρκα και οστά σε μια έννοια μέχρι χτες αφηρημένη.
Στην Πανεπιστημίου είχε πορεία. Δεκάδες άνθρωποι, που δεν είχαν πάρει την απόφαση του νεαρού να φύγουν μακριά, διαδήλωναν για ένα καλύτερο αύριο. Εδώ, στη χώρα που τους γέννησε. Έμεινα να αναρωτιέμαι για το πόσο είμαστε ριζωμένοι σε έναν τόπο και πόσο δυνατός πρέπει να είναι ένας άνεμος για να μας πάρει μακριά. Κι αν το καταφέρει τελικά πόσο μεγάλο είναι το τίμημα της αλλαγής μιας προκαθορισμένης πορείας. Ποιο ποσοστό του εαυτού σου αφήνεις πίσω και ποιο παίρνεις μαζί.
Σκέφτομαι πως αν είχα καταφέρει να δω τα μάτια του νεαρού στο λεωφορείο, ίσως και να είχα την απάντηση. Η μελαγχολία του ίσως μου έδινε ελπίδα γι΄αυτό που λέγεται δεσμός, αφοσίωση, πατρίδα. Έχοντας όμως ως μοναδικό στοιχείο την ψυχραιμία της φωνής του, μένω να αναρωτιέμαι.
Η αφήγηση συνεχίστηκε για το πως απολύθηκε τον Ιούλιο κι από τότε δεν έχει βρει καμία σταθερή δουλειά, για το πως τον τελευταίο καιρό, εργάζεται «μαύρα» ακόμα και τις Κυριακές σε ένα γραφείο τελετών ενός οικογενειακού γνωστού και πως πήρε τη σημαντική απόφαση να τα μαζέψει και να φύγει μια και καλή από την Ελλάδα, περνώντας απέναντι, στην Τουρκία, όπου στόχευε να ανοίξει ένα μαγαζί στα Άδανα. Το τουρκικό κράτος, είπε, θα του προσέφερε ένα σημαντικό αρχικό κεφάλαιο, μείωση στο επιτόκιο αν κατάφερνε να κρατήσει για 3 χρόνια μια επιχείρηση, έστω με έναν υπάλληλο και το βασικότερο αστυνομική στήριξη ενάντια σε κάθε είδους «προστασία». Μια αντίστοιχη ευκαιρία στην Ελλάδα, φαίνεται -λέει- ασύλληπτη: Μόνο το κεφάλαιο για ένα υποτυπώδες συνοικιακό καφέ ξεπερνάει τις 250.000 ευρώ – χώρια τα λαδώματα.
Ο νεαρός ακουγόταν ψύχραιμος και κατασταλαγμένος. Σαν να είχε περάσει πολλές ώρες σκέψης πριν καταλήξει στο μοναδικό συμπέρασμα: Η πατρίδα του δεν τον χωράει. Αυτό που με αναστάτωσε ήταν ότι η φωνή του δεν είχε ίχνος από την απογοήτευση ή το παράπονο που θα περίμενα. Αν το διάβαζα σε μυθιστόρημα, ο συγγραφέας θα είχε φροντίσει να προσδώσει αυτό τον απαραίτητο δραματικό τόνο που θα έκανε το συμβάν κοινωνική καταγγελία. Όμως το αγόρι που καθόταν δίπλα μου, αρνιόταν να πάρει τη μορφή ενός σύγχρονου μετανάστη, εκπρόσωπου μιας εθνικής τραγωδίας. Ήταν μάλλον ένας πρακτικός άνθρωπος που αντιμετώπιζε μια κατάσταση. Ένας νέος που δεν ένιωθε απογοήτευση για την προδοσία της πατρίδας, γιατί προφανώς δεν ένιωθε τη γη που τον γέννησε περισσότερο πατρίδα από την ευημερία του.
Είδα πρώτη φορά την κρίση σα μια πραγματικότητα της εποχής. Σαν την αρχή ή το τέλος ενός ταξιδιού, που όταν ξεφύγει από τις κορώνες θα δείξει τον πραγματικό του προορισμό. Είδα ότι πρόκειται για μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει πέρα από τις δαιμονοποιήσεις και τις εσχατολογίες των μέσων και του ψιθύρου του όχλου, ως η αναπόφευκτη πορεία μιας γενιάς. Είδα ότι η κρίση πριν σε αγγίξει, σε σκουντάει τυχαία στο δρόμο λέγοντας ένα «με συγχωρείτε» με το στόμα ενός αγνώστου, κι έρχεται και κάθεται δίπλα σου στο λεωφορείο. Την είδα σαν ένα ιστό που περιπλέκεται αθόρυβα, γύρω από ένα Έθνος τυχαίων περαστικών.
Ο νεαρός άνδρας κατέβηκε στο Φωταέριο. Όσο κι αν προσπάθησα δεν κατάφερα να δω το πρόσωπό του. Όχι φυσικά ότι θα είχε ιδιαίτερη σημασία. Οι πιθανότητες να ξαναδώ ένα πρόσωπο που την επόμενη μέρα θα άφηνε τη χώρα για πάντα είναι μηδαμινές. Τον άφησα να χαθεί σαν μια μικρή απρόσωπη ιστορία που ακούσια έδωσε σάρκα και οστά σε μια έννοια μέχρι χτες αφηρημένη.
Στην Πανεπιστημίου είχε πορεία. Δεκάδες άνθρωποι, που δεν είχαν πάρει την απόφαση του νεαρού να φύγουν μακριά, διαδήλωναν για ένα καλύτερο αύριο. Εδώ, στη χώρα που τους γέννησε. Έμεινα να αναρωτιέμαι για το πόσο είμαστε ριζωμένοι σε έναν τόπο και πόσο δυνατός πρέπει να είναι ένας άνεμος για να μας πάρει μακριά. Κι αν το καταφέρει τελικά πόσο μεγάλο είναι το τίμημα της αλλαγής μιας προκαθορισμένης πορείας. Ποιο ποσοστό του εαυτού σου αφήνεις πίσω και ποιο παίρνεις μαζί.
Σκέφτομαι πως αν είχα καταφέρει να δω τα μάτια του νεαρού στο λεωφορείο, ίσως και να είχα την απάντηση. Η μελαγχολία του ίσως μου έδινε ελπίδα γι΄αυτό που λέγεται δεσμός, αφοσίωση, πατρίδα. Έχοντας όμως ως μοναδικό στοιχείο την ψυχραιμία της φωνής του, μένω να αναρωτιέμαι.
5 comments:
http://www.youtube.com/watch?v=8f4hrCa-B9M&feature=related
διαβάζοντας για αυτό το "τυχαίο" συμβάν γεννήθηκαν μέσα μου ερωτήματα όπως: "Μήπως υπάρχει ήδη μια γενιά που θα εκδικηθεί βαθιά αυτή την πατρίδα πετυχαίνοντας την ευημερία του έξω από τα χωρικά (και όχι μόνο) σύνορά της; Μήπως υπάρχει μια γενιά που θα γελάει τρανταχτά με την κατάντια αυτού του τόπου αλλά από μέσα της θα σπαράζει βαθιά; Μήπως υπάρχει μια γενιά που θα πληγώσει ανεπανόρθωτα τον εαυτό της αλλά δεν θα μπορεί να το παραδεχτεί;"
Το μόνο σίγουρο είναι ότι εκεί έξω, υπάρχει μια περιθωριοποιημένη γενιά. Και το περιθώριο μόνο πόνο φέρνει. Πόνο σπλαχνικό.
Από τα ωραιότερα κείμενα σου, ειλικρινά!
Αν ψάχνεις για ελπίδα, μια και το βλέμμα διαφυγόν, άφησε πίσω του κενό, σκέψου πως μπορεί τα χώματα εκεί, Ιωνίας είναι γη, κάτι από πατρίδα δηλαδή, όπου ευημερία, θέσε επιβίωση, κάτι μπορεί να βγει, κι αν πάλι τίποτα ,ρίξε μια ματιά στην προηγούμενη ανάρτηση, πατρίδα κατ'επιλογήν,κι αν πάλι τίποτα, υπάρχει η χειρολαβή και το σφυράκι ικανό να σπάσει το γυαλί,μια σκέψη έκανα, γιατί τα χειρότερα, ακόμα, μάλλον, δεν τα έχουμε δει...
...και συγγνώμη για την ασυνταξία. Ο δαίμων ευθύνεται του πληκτρολογίου και η ταχύτητα του...λεωφορείου!
Post a Comment