Την είδα όμορφη χωρίς να έχει καταχωρηθεί ποτέ ως τέτοια στην αντίληψη μου. Μάλλον με παρέσυρε ο τρόπος που γλιστρούσε στο περιθώριο και της στιγμής και του τόπου. Ίσως συνέβαλε κι η υπερμεγέθης ομπρέλα που κουβαλούσε χαριτωμένα και μάλλον αμήχανα με όλη την αχρηστία της στην απλή νυχτερινή υγρασία. Το πρόσωπο της ανέκφραστο προσπαθούσε να εκδυθεί το άλλο πρόσωπο: αυτό που κατά πάσα πιθανότητα έχει περισσότερο ενδιαφέρον για τους πολλούς. Όχι για μένα πάντως. Εγώ κατάφερα να τρυπώσω στο απειροελάχιστο χρονικό περιθώριο που μου παραχωρούσε το προφίλ της πριν παραδοθεί στη σκιά της πεπερασμένης συνάντησης. Και σε αυτή τη στιγμιαία συνεύρεση πίνοντας ένα ζεστό πλανόδιο τσάι κατάλληλο για τον κουρασμένο της λαιμό, προλάβαμε και συζητήσαμε όλα τα μεγάλα ζητήματα της τέχνης και της τυχαιότητας χωρίς καν να ανταλλάξουμε ένα βλέμμα. Αστειεύτηκα για το μέγεθος της ομπρέλας της, κομπλιμένταρα το κομψό παλτό της, που έκανε την Ερμού να μοιάζει με ένα απλό πέρασμα προς έναν καλά σχεδιασμένο μεταφυσικό προορισμό, και τέλος την προσπέρασα χωρίς να την αφήσω να καταλάβει τη σημασία της αλληλεπίδρασης μας.
Δυο μέρες μετά την ξαναείδα τυχαία, απογυμνωμένη από την ευχέρεια της διακριτικότητας της. Λαμπερή και φωτισμένη από τους χυδαίους προβολείς της προώθησης, αιχμάλωτη στα στενά όρια της ενσάρκωσης της, και εξακολουθούσε να είναι όσο όμορφη δεν είχε υπάρξει ποτέ στις δεκάδες φορές που είχαμε βρεθεί στο παρελθόν. Και δεν ήταν ούτε το μαύρο μεταξωτό φουστάνι που την υποστήριζε αφοπλιστικά, ούτε το λαμπερό styling της αστικής κομψότητας που μιμούνταν. Ήταν η ξεχωριστή εκείνη οικειότητα που μοιραζόμασταν πια συνωμοτικά ύστερα από εκείνη τη φευγαλέα μας συνάντηση. Και που την αγνοούσαν οι πάντες. Ακόμα κι η ίδια…
Δυο μέρες μετά την ξαναείδα τυχαία, απογυμνωμένη από την ευχέρεια της διακριτικότητας της. Λαμπερή και φωτισμένη από τους χυδαίους προβολείς της προώθησης, αιχμάλωτη στα στενά όρια της ενσάρκωσης της, και εξακολουθούσε να είναι όσο όμορφη δεν είχε υπάρξει ποτέ στις δεκάδες φορές που είχαμε βρεθεί στο παρελθόν. Και δεν ήταν ούτε το μαύρο μεταξωτό φουστάνι που την υποστήριζε αφοπλιστικά, ούτε το λαμπερό styling της αστικής κομψότητας που μιμούνταν. Ήταν η ξεχωριστή εκείνη οικειότητα που μοιραζόμασταν πια συνωμοτικά ύστερα από εκείνη τη φευγαλέα μας συνάντηση. Και που την αγνοούσαν οι πάντες. Ακόμα κι η ίδια…