Wednesday, June 30, 2010

Live@Technopolis


Απόψε κλείνουμε μια γεμάτη χρονιά. Μια χρονιά στους δρόμους της Ελλάδας και στις νύχτες της Αθήνας. Μια χρονιά που ξεκίνησε ακριβώς ένα χρόνο πριν με ένα μεγάλο στοίχημα, που όσο κι αν το πιστεύαμε κατά βάθος νιώθαμε τρελοί: "Μα γεμίζουμε ένα τεράστιο χώρο σαν το προαύλιο της Τεχνόπολης";

Οι γνωστοί - άγνωστοι φίλοι αυτών των χρόνων, οι συνοδοιπόροι των ακροάσεων, μας διέψευσαν με τον πιο συγκινητικό τρόπο. Από τότε μια σειρά παράξενων συμπτώσεων και ονείρων που πραγματοποιούνταν ένα-ένα μας γέμιζαν διαρκώς χαρά, αλλά και αγωνία.

Η αποψινή παράσταση στην Τεχνόπολη είναι για μας μια γιορτή της χρονιάς που πέρασε - μια "τρυφερή ρετροσπεκτίβα" στιγμών, λέξεων, εικόνων, προσώπων που έδωσαν το παρόν στις ζωές μας και τις ζωές σας τη χρονιά που πέρασε. Τίποτα απ' όσα θα ακούσετε και θα δείτε απόψε δεν είναι τυχαίο. Όλα κάτι θα σας θυμίσουν και θα σας ταξιδέψουν πίσω σε μια χρονιά που την περάσαμε ουσιαστικά μαζί.

"Σταυρός του Νότου", "Orient", "GaiA Live", "Μετρό", "Εκατό μικρές Ανάσες", "Μέχρι το τέλος", Τρία Μυστικά", "Εισιτήρια Διπλά", ο Αλέξανδρος, η Μαρία, ο Tareq, εμείς κι εσείς. Ραντεβού απόψε στις 9 για ένα αποχαιρετιστήριο πάρτι της χρονιάς που έφυγε. Το επόμενο Ραντεβού θα δοθεί σε άλλη σελίδα.

Sunday, June 27, 2010

Έλα, έλα...


Η ιδέα μιας γυναίκας μέσα στη νυχτερινή αϋπνία της να κυνηγάει το φεγγάρι μου φάνηκε απείρως θελκτική. Το "παιδική παράσταση" δεν ήταν παρά ψιλά γράμματα. Άλλωστε το πως αποφασίζεις να προσλάβεις κάτι είναι αποκλειστικά δικό σου θέμα καθώς και η βασική αρχή της επικοινωνίας του καθενός με ένα έργο Τέχνης.

Αγαπώ το συμβολισμό των απλών εικόνων και γνωρίζω πως όταν κάποιος ασχολείται με την Τέχνη για παιδιά με σοβαρότητα κι ευθύνη (είτε μιλάμε για θέατρο, κινηματογράφο, μουσική, ή λογοτεχνία) παρέχει πάντα αρκετό υλικό, προβληματισμό για σκέψη και -κυρίως- συναισθηματικά ερεθίσματα και στο ενήλικο κοινό.

Το παιδικό θέατρο έχει την ιερή αποστολή να προετοιμάσει τα παιδιά για όσα θα συναντήσουν στο ταξίδι τους στον κόσμο, με συναρπαστικές ιστορίες, όμορφες ευπρόσληπτες εικόνες και απλά νοήματα. Τα παιδιά αποστρέφονται το διδακτισμό και αναπτύσσουν άμυνες στις παρατηρήσεις και τις διδαχές μιας μαμάς, ακόμα κι αν είναι ντυμένη σαν πολύχρωμος κλόουν. Αντιθέτως αγαπούν το σουρεαλισμό - κι ας μη μπορούν να το κατονομάσουν - και μπορούν να αποκρυπτογραφήσουν πολύ εύκολα μια κίνηση, αν αυτή τους ενεργοποιεί έστω και λίγο τη φαντασία.

Στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών η αγαπημένη Ξένια Καλογεροπούλου, (που συνειδητοποίησα με πόση αγάπη έχει εγγραφεί στο υποσυνείδητο της γενιάς μου) φόρεσε τις πορτοκαλί της πιτζάμες, χώθηκε στο παραμυθένιο της κρεβάτι και μεταμορφώθηκε σε έναν ανήσυχο κλόουν που μπαίνει σε φασαρίες όταν συνειδητοποιεί πως στο δωμάτιο του βρίσκεται ένας απρόσκλητος επισκέπτης.

Τα πιτσιρίκια που γέμισαν την Πόρτα φάνηκαν να το καταδιασκεδάζουν. Συμμετείχαν στη δράση, μιλούσαν στην "παράξενη Κυρία" της σκηνής και τη βοηθούσαν να εντοπίσει το φεγγάρι που άλλαζε θέσεις στο δωμάτιο. Γελούσαν, αγανακτούσαν, αγωνιούσαν και θύμωναν και επικοινωνούσαν απόλυτα με κάθε σκηνικό εύρημα της ηθοποιού (πόση εμπειρία χρόνων αλήθεια να χρειάζεται για να μπορείς να ελέγχεις τόσο απόλυτα και επιτυχημένα το ενδιαφέρον και την προσοχή 100 και βάλε νηπίων).

Το "'Ελα, έλα" όμως, πήγαινε τόσο πιο πέρα απ' αυτή την πρώτη παιδική ανάγνωση. Όσο παρακολουθούσα την Καλογεροπούλου να κάνει τα μαγικά της στη σκηνή σκεφτόμουν πως είχε καταφέρει να φτιάξει ένα μυστικό αλγόριθμό άμεσα εγγράψιμο στο παιδικό ασυνείδητο, που θα ενεργοποιούνταν πλήρως αρκετά χρόνια μετά, όταν αυτά τα αθώα σήμερα παιδάκια θα έρχονταν πραγματικά αντιμέτωπα με το τί σημαίνει να μη μπορείς να πιάσεις κάτι που κυνηγάς, ή να μην ξέρεις τί είναι αυτό που σου λείπει όταν πέφτεις το βράδυ για ύπνο.

Την είδαμε να αλλάζει θέσεις στο κρεβάτι για να βολευτεί, να ψάχνει ικανοποίηση σε υπερμεγέθεις σοκολάτες, να ανοίγει με ανυπομονησία άδεια εντυπωσιακά κουτιά, να γοητεύεται από κάτι μακρινό επίμονο και άπιαστο και να της γεννίεται η επιθυμία να το σαγηνεύσει, να το δαμάσει, να το αποκτήσει κι όταν δεν τα κατάφερε να το σκοτώνει. Την είδαμε να του κάνει κακό και μετά να το μετανιώνει. Να του επιβάλλεται και να νιώθει ενοχή κι αμηχανία την αμέσως επόμενη στιγμή. Να του ζωγραφίζει χαμόγελα κι όταν αρνούνταν να χαμογελάσει μαζί της να το διαγράφει με θυμό. Την είδαμε να το καταβροχθίζει (η ψυχανάλυση μιλά από μόνη της) και να μην αντέχει την ευθύνη να το κουβαλά μέσα της. Την είδαμε να το καλοπιάνει, να κάνει την αδιάφορη, να του υποτάσσεται και μόνο τότε να παραδίδεται σε ύπνο: σε έναν ήρεμο ύπνο με όνειρα και την ικανοποίηση της κατοχής του αγαπημένου. Ενώ την ίδια στιγμή ο αγαπημένος είχε ήδη ξεγλιστρήσει από το κρεβάτι και έλαμπε ολόφωτος έξω από το παράθυρο...

Δεν ξέρω τί απ΄όλα τα παραπάνω πρόσεξαν τα παιδάκια. Έχω την αίσθηση πως τα είδαν όλα - και πως η Καλογεροπούλου δεν έπαιξε κανένα από αυτά τα ανεύθυνα παιχνίδια εντυπώσεων που η κάθε ηλικία έχει τα κομμάτια που της αντιστοιχούν από μια παράσταση. Σαν έμπειρη και σπουδαία καλλιτέχνις, έστησε μια ιδιοφυή performance, ένα ολοκληρωμένο έργο τέχνης, που λειτουργούσε απόλυτα, ανάλογα με το κάτοπτρο του δέκτη, χωρίς αυτός να χρειαστεί να αφαιρέσει το οτιδήποτε για να έχει ολόκληρη την εικόνα.

Αυτό σκεφτόμουν κατηφορίζοντας το βράδυ την Πειραιώς, χαζεύοντας τη χτεσινή (τυχαία;) πανσέληνο του Ιουνίου. Τα πάντα είναι τελικά θέμα οπτικής και θέσης. Σκέφτηκα πόσα από τα παιδάκια θα παραμόνευαν στο κρεβάτι τους να πιάσουν το φεγγάρι. Και πόσα θα ξυπνούσαν το πρωί διαβεβαιώνοντας τη μαμά τους ότι τα είχαν καταφέρει. Και μετά ο νους μου πήγε και σε εκείνο το ένα παιδάκι το πιο σιωπηλό από όλα. Που ξέρει από τα πέντε του πως το φεγγάρι δε μπορεί να το αποκτήσει τελικά πραγματικά κανείς.

Saturday, June 26, 2010

οι φυσικοί άνθρωποι


Υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων που συναντώ σπάνια, γι' αυτό και τους θαυμάζω: αυτοί που ονομάζω οι "φυσικοί άνθρωποι".

Οι φυσικοί άνθρωποι όταν κάνει κρύο κρυώνουν κι όταν έχει ζέστη ζεσταίνονται. Όταν είναι κουρασμένοι κοιμούνται και κουράζονται μόνο ύστερα από έντονη σωματική (ή πνευματική) δραστηριότητα. Τρώνε όταν πεινάνε και πίνουν νερό όταν διψούν. Σταματούν να τρώνε όταν χορταίνουν και ξαναπίνουν νερό μόνο όταν διψάσουν ξανά. Δεν τους πειράζει που ιδρώνουν, κι είναι πλήρως συμφιλιωμένοι με κάθε βιολογική τους ανάγκη - ακόμα και με το φόβο, που εσύ καταχωνιάζεις με το που τον προαισθανθείς.

Οι φυσικοί άνθρωποι όταν τους μιλάει κάποιος σοβαρά, καταφέρνουν να παραμένουν σοβαροί και να προσέχουν το συνομιλητή της - λες και τους ενδιαφέρουν όλα τα θέματα συζήτησης του κόσμου. Κι όταν τους λες αστεία - ακόμα και χαζά - ξεκαρδίζονται στα γέλια σαν να διασκεδάζουν περισσότερο με την πρόθεση, παρά με το ίδιο το αστείο.

Ξέρουν πολύ καλά να σιωπούν για θέματα που δεν κατέχουν και να μιλάνε μέχρι το σημείο που γνωρίζουν, σε όσα υπάγονται στο γνωστικό τους πεδίο. Δε ντρέπονται να κάνουν ερωτήσεις, ούτε να πουν "δεν ξέρω" όταν κάτι τους διαφεύγει. Και εννοείται πως δεν κατεβάζουν ποτέ τα μάτια όταν ομολογούν την άγνοιά τους.

Οι φυσικοί άνθρωποι ήρθαν στη ζωή ανοιχτοί να τη μάθουν. Μοιάζουν λες και γεννήθηκαν γνωρίζοντας ότι το ανθρώπινο είδος έχει όρια και πέρασαν χρόνια πολλά να τα εντοπίσουν. Είναι σε άμεση συνάρτηση με τη φύση και είναι αναπόσπαστο κομμάτι της. Κοιτάζοντας τους καμιά φορά έχεις την αίσθηση πως πρόκειται για μια διακριτική συνέχεια της φυσικής νομοτέλειας. Σαν ένα μικρό λουλούδι ή ένα αιωνόβιο δέντρο. Και κάπου βαθιά μέσα σου, έχεις την πεποίθηση πως είναι αναπόφευκτο, μετά από 100 χρόνια, να πεθάνουν σοφοί και γήινοι την ίδια στιγμή.

Ο, τι διατυπώνουν οι φυσικοί άνθρωποι είναι αυτό και τίποτα άλλο. Η σαφήνεια είναι χαρακτηριστικό τους και τα πάντα - ακόμα και τα πιο βαθιά συναισθήματα, αυτά που εσένα σε αποσυντονίζουν - γι' αυτούς απαιτούν απλά μια πιο προσεκτική διατύπωση. Δεν αφήνονται σε τίποτα αν δεν το νιώσουν και δε νιώθουν τίποτα αν δεν σκιρτήσει μέσα τους φυσικά και αβίαστα.

Οι φυσικοί άνθρωποι ξέρουν να αγαπούν. Και να το λένε. Και να είναι - ό, τι είναι. Τίποτα πάνω τους και μέσα τους δεν είναι περιττό κι όσα καταγράφονται δικά τους είναι δεδομένα κι αυτονόητα σαν τα φτερά ενός πουλιού ή την ουρά μιας γάτας.

Αν μέχρι τώρα δεν είχες την τύχη να συναντήσεις κάποιο φυσικό άνθρωπο, αν ποτέ βρεθεί στο δρόμο σου, δέξου τον στη ζωή σου με ευγνωμοσύνη σαν μια ξαφνική καλοκαιρινή βροχή σε ένα άνυδρο τοπίο.

Κι ίσως, εσύ, που μια ζωή μάζευες στοιχεία και στατιστικές και κατασκεύαζες ιδανικές συνθήκες ευτυχίας, πάρεις μια μικρή ιδέα του τί σημαίνει να ανθίζεις. Απλά και φυσικά. Σαν να γεννήθηκες από πάντα γι' αυτό.


Sunday, June 20, 2010

Raoul


Τα έχουμε ξαναπεί. Είμαι στη φάση που συγκινησιακά έχω τον γενικό κατεβασμένο. Όλα τα δυνατά συναισθήματα μου φαίνονται ήδη βιωμένα και αποφορτισμένα. Κάθε φορά που η καρδιά πάει να ενεργοποιηθεί παρεμβαίνει η σκέψη και της λέει κάτι του τύπου: "μην κουράζεσαι και πολύ, τούτο εδώ προσπαθεί να σε συγκινήσει όπως εκείνο το άλλο πριν τόσο καιρό" και αναπτύσσονται άμυνες και αφήνω το κάθε τί να περνάει από μέσα μου χωρίς να με αγγίζει.

Περνούν από τα μάτια μου δελτία τύπου, αφιερώματα, συνεντεύξεις, προτάσεις φίλων για τα φεστιβάλ και τις εκδηλώσεις του καλοκαιριού κι απλά αδιαφορώ. Κάποια χρόνια πριν θα είχα στηθεί στις ουρές για να δω την Isebelle Huppert ως Blanche Dubois και Ibsen από τον Ostermeier. Φέτος βαριέμαι ακόμα και να το συζητήσω. Ίσως γιατί ξέρω εκ των προτέρων πως θα κάθομαι στη θέση μου και θα αδυνατώ να επικοινωνήσω με το λόγο και τις εικόνες. Και θα αρκεί το πρώτο ποτό μετά για να γλιστρήσει η παραμικρή ανάμνηση από το κεφάλι μου και να είναι όλα όπως πριν, έχοντας χάσει μια ακόμα πιθανότητα συγκίνησης.

Και από το πουθενά σκάει ο Raoul του James Thiérrée, που από παρόρμηση καταφέρνω να βρω εισιτήρια κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή και μοιάζει να ανατρέπει τα πάντα: Ένας άνδρας μόνος του στη σκηνή για δύο ώρες, σα Μπεκετικός κλόουν σε μια έρημη χώρα να αντιμετωπίζει τους δαίμονες του εαυτού του, σε ένα μεικτό θέαμα (που κάπου άκουσα να το αποκαλούν "ρομαντικό τσίρκο" και μου άρεσε πολύ).

Καθώς κοίταζα χαμένος τον υπερτάλαντο εγγονό του Charlie Chaplin να επιδεικνύει τις σκηνικές του δυνατότητες, σκεφτόμουν ακόμη μια φορά πόσο σπουδαία είναι η Τέχνη τελικά, που μπορεί σε μια ανύποπτη στιγμή να σε τραβήξει εντελώς απροειδοποίητα από τη μιζέρια σου και να σε περάσει σε κάτι άλλο, που ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματική σου ζωή (ή αυτό τέλος πάντων που θεωρείς πραγματική ζωή). Κι ευχόμουν να ήμουν πάλι 18 για να έχω την πεποίθηση ότι η ολοκληρωτική ομορφιά που παρακολουθούσα να δημιουργείται μπρος στα μάτια μου θα μπορούσε να μου αλλάξει τη ζωή.

Το επόμενο πρωί ξύπνησα όπως κάθε πρωί τον τελευταίο καιρό, με μια extra μικρή υποψία αισιοδοξίας ή - για να είμαι πιο ακριβής - προοπτικής. Σκέφτηκα πως αν η Τέχνη κι η μεταφυσική της δε μας αποκαλύπτονται στην ολότητά τους ή με τη συχνότητα του παρελθόντος, είναι μάλλον επειδή μεγαλώνουμε κι έχουμε αρχίσει ανάμεσα σε όλα τ' άλλα που παίρνουμε ως δεδομένα να περιλαμβάνουμε και τη συγκίνηση. Και χώρια απ' αυτό με τον καιρό κλείνουμε και τους παιδικούς διαύλους επικοινωνίας με την ομορφιά. Μάθαμε δυο δρόμους, τους συνηθίσαμε και αφήσαμε όλους τους άλλους να χορταριάζουν από την αχρηστία.

Αποφάσισα λοιπόν να ανοίξω και πάλι τους πόρους και να γίνω δέκτης: αν όχι της συγκίνησης, που έχει χάσει τη δυναμική της, έστω της προοπτικής της. Να πηγαίνω εκεί που λειτουργούν οι πιθανότητες και να περιμένω υπομονετικά την ενεργοποίηση των κοιμισμένων νεύρων. Αν είναι κάτι άλλωστε που μας έχει μάθει ο χρόνος που περνά καθώς μεγαλώνουμε είναι η υπομονή.

Αφού κλείσαμε τους πολλούς δρόμους, ας σταθούμε στους 2-3 που απέμειναν, περιμένοντας...


Thursday, June 10, 2010

Όρια


Μια πολυτέλεια μη στερήσεις ποτέ από τον εαυτό σου: τα όρια του. Είτε φτάνουν μέχρι την πόρτα του σπιτιού σου, είτε μέχρι το φεγγάρι και τα μεγαλύτερα βάθη της θάλασσας, μην παρασυρθείς κι αφήσεις άλλους να σε χαρτογραφήσουν. Αν δε βάλεις εσύ τα όρια σου, δε θα σε ταξιδέψει κανείς σωστά, όσο κι αν το επιθυμήσεις. Βάλε στο μυαλό σου καλά ότι "γίνομαι τα πάντα" δε σημαίνει "δεν τελειώνω πουθενά": "Γίνομαι τα πάντα" σημαίνει "εδώ που τελειώνω, για κάποιον γίνομαι πατρίδα". Γιόρτασε τα όρια σου. Θα διώξουν αρκετούς τυχοδιώκτες και θαλασσοπόρους του άπειρου από κοντά σου‧ αυτούς όμως δεν τους έχεις ανάγκη. Δε θα σε κατοικούσαν έτσι κ αλλιώς για πολύ. Εσύ ζητούσες πάντα τους ταξιδευτές που έψαχναν πατρίδες. Ο Οδυσσέας είναι το παράδειγμά σου κι όχι ο Μαγγελάνος. Αυτός που γύρισε μύθο και αλήθεια για τα στενά όρια μιας αγαπημένης πατρίδας κι όχι εκείνος που γύρισε τον κόσμο για να οριοθετήσει το άγνωστο. Κι αν στο μέτρημα των ορίων σου δε βγεις νέα Ήπειρος, ούτε καν μια χώρα, αλλά ένα μικρό νησάκι χαμένο σ' έναν αχανή ωκεανό, ζήσε τη χαρά της μοναδικότητας σου, εστίασε στις ανάγλυφες διαφορές σου από κάθε Ήπειρο, χώρα ή άλλο νησί. Κι αν δεν είσαι η γη της επαγγελίας για όλους, μη δώσεις σημασία. Λίγοι θα σε ταξιδέψουν, λίγοι θα σε κατοικήσουν, ένας θα σου δώσει το οριστικό σου όνομα. Αυτό που θα υπαγορεύσει το σχήμα που θα σου χαρίσουν τα όρια σου. Τα μοναδικά. Ο εαυτός σου.


Tuesday, June 08, 2010

iphone4



Ο Sam Mendes συνδέει τη νέα τεχνολογία του iPhone 4 της Apple με τη νοσταλγία και μεταμορφώνει ένα τηλέφωνο από απλό φετίχ σε κλασικό κομμάτι (πριν ακόμα κυκλοφορήσει επίσημα). Μη γελιόμαστε: το θέλεις και το θέλω. Κι ας μην το χρειαζόμαστε πραγματικά.


Friday, June 04, 2010

Σκέψεις.

Να σου πω γιατί δε γράφω πια; Γιατί το μυαλό μου αρνείται πεισματικά να παραδοθεί στο βάθος ενός συλλογισμού. Για πολλοστή φορά κατεβάζει ρολά σε κάθε συμβολισμό και σημειολογία. Αγνοεί την πορεία προς ένα συμπέρασμα και αρκείται στο ίδιο το συμπέρασμα. Στο όποιο συμπέρασμα. Στο ότι η γη είναι επίπεδη και το νερό βράζει στους 12 βαθμούς. Αν μου το πεις δε θα το ψάξω περισσότερο: θα σου πω "οκ" με την ελπίδα να με αφήσεις άμεσα στην απόλυτη ησυχία μου.

Η μεγαλύτερη συγκίνηση (ή ορθότερα προοπτική συγκίνησης) αντιμετωπίζεται στην καλύτερη περίπτωση με ένα "χμ...". Και περνάει νερό. Φεύγει και δεν καταβάλω καμιά προσπάθεια να την κρατήσω, έστω για μια βόλτα με λουρί γύρω από το τετράγωνο. Εγώ που εντόπιζα τη συγκίνηση στον τρόπο που κινείται το πλάνο μιας κάμερας ή στη γραμμή ενός ανεπαίσθητου βιολιού σε ένα μουσικό κομμάτι αφήνω κινηματογραφικά καρέ και τραγούδια να παίζουν αδιάφορα το ένα μετά το άλλο στο background.

Ακόμα κι αυτή τη στιγμή που προσπαθώ να τα βάλω σε σειρά καταπιέζομαι τρομερά. Σαν να έχω πάρει διαζύγιο από τις λέξεις και τα νοήματα τους. Σαν να αδυνατώ να συνθέσω μια αλυσίδα μεγαλύτερη των 5 κρίκων και δυο συλλογισμών. Κι αυτό μάλλον συμβαίνει γιατί στα μέχρι τώρα χρόνια μου είπα πολλά. Κι έγραψα περισσότερα. Κι ήταν όλα τους σχεδόν σιωπές, που επειδή δηλώθηκαν κάποιοι τις παρεξήγησαν ως απόψεις. Και μαζί τους τις παρεξήγησα κι εγώ, κι είπα: αυτά είναι τα πιστεύω μου, τα λίγα. Και δεν κουράστηκα να ψάξω άλλα. Και τώρα που ξεθύμαναν, έμεινα να πλησιάζω τα 30 χωρίς κάτι στέρεο να επικαλούμαι όταν ξεφεύγει η σκέψη.

Κι έμεινα να ονειροβατώ σε άγνωστες παράλληλες πραγματικότητες που ενώ ήταν τόσο καιρό καταφύγια, τώρα έγιναν άγονοι τόποι κι αφιλόξενοι. Και νιώθω πως δεν είμαι πια το παιδί του σινεμά και του θεάτρου και της Τέχνης γενικά. Γιατί δεν είμαι καν παιδί και γιατί αρνήθηκα πεισματικά να ενηλικιωθώ μέσα σ' αυτό. Και νιώθω να πλησιάζει μια μακρινή ανάγκη να διώξω τα πάντα από μέσα μου, όλα τα απομεινάρια της μέχρι τώρα ζωής μου που απέτυχαν να με εξηγήσουν και να με εφεύρω από την αρχή.

Κι αυτόν το νέο άνθρωπο, που δεν ξέρω πως θα μοιάζει ή τι θα πιστεύει, θα τον βγάλω στο δρόμο και θα του δείξω τον κόσμο απ' την αρχή. Τον πραγματικό κόσμο. Αυτόν που αρνείται να δει και κατά πάσα πιθανότητα θα τον τρομάξει. Κι η πιο βαθιά ελπίδα μου, είναι να γυρίσει τρομαγμένος στα παλιά του καταφύγια και να ναι πάλι όλα γνώριμα και οικεία. Κι αυτός σαν να τα συναντά πρώτη φορά, θα τα καταλάβει. Και θα ανήκει εκεί για πάντα.