[Το αθόρυβο τοξικό τέλος της Οικογένειας από τον Francois Ozon]
Tuesday, September 28, 2010
Monday, September 20, 2010
Εθνικό Θέατρο 2010-2011
Εγώ την αμαρτία μου θα την πω. Μου αρέσει το νέο πρόγραμμα του Εθνικού Θεάτρου για τη σεζόν 2010-2011. Ναι, είναι μαζεμένο, ναι, είναι λιτό και ναι, δεν έχει καμία σχέση με τα ρεπερτόρια των περασμένων ετών. Μόλις 10 παραστάσεις για ολόκληρη την επερχόμενη σεζόν (που να συγκριθούν με τα περασμένα χρόνια που δεν προλαβαίναμε να κάνουμε καν τον προγραμματισμό μας) και με δύο από τις πιο δραστήριες σκηνές του παροπλισμένες (το Κοτοπούλη – Rex και το Σύγχρονο Θέατρο της Ευμολπιδών) για «οικονομικούς λόγους». Υπάρχει κάτι όμως στο πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο Γιάννης Χουβαρδάς που το κάνει να μοιάζει με μια αισιόδοξη πρόταση για το πως χειρίζεται κανείς τον πολιτισμό σε περίοδο κρίσης χωρίς ακρότητες, υπερβολές, γκρίνια και μιζέρια.
Κι έτσι έχουμε ένα ρεπερτόριο που φλερτάρει με το κλασικό θέατρο και άκρως θελκτικά έργα που έχουν χρόνια να ανέβουν όπως ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ του Εντμόν ντε Ροστάν, η Εμιλία Γκαλότι του Λέσινγκ – που το θυμήθηκαν;- ή Φρεναπάτη του Κορνέιγ, κι η τριλογία του Παραθερισμού του Γκολντόνι, με εξαιρετικούς σκηνοθέτες επικεφαλής, όπως ο Νίκος Καραθάνος, ο Γιάννης Χουβαρδάς, ο Δημήτρης Μαυρίκιος (που επιτέλους επιστρέφει στο θέατρο ύστερα από εκείνο τον μαγικό πιραντελλικό του Ερρίκο τον Δ), και ο Νίκος Μαστοράκης.
Δε λείπουν όμως και οι σύγχρονες παραστάσεις με τη Νέα Σκηνή να επιστρέφει στο σίγουρο χαρτί του Τεννεσί Ουίλλιαμς με το κλασικό Γλυκό Πουλί της Νιότης σε σκηνοθεσία Έφης Θεοδώρου, ενώ η ταλαντούχα και υπερδραστήρια Κατερίνα Ευαγγελάτου καταπιάνεται με ακόμα ένα σκοτεινό σύγχρονο έργο, το Χρυσό Δράκο του Γερμανού Ρόναλντ Σίμελπφενιχ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ανέβασμα του ενός και μοναδικού θεατρικού του Κώστή Παλαμά, της Τρισεύγενης, σε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρδου με την Στεφανία Γουλιώτη στον ομώνυμο ρόλο, ενώ κι ο Γιώργος Λάνθιμος με χλωρές τις διεθνείς δάφνες του Κυνόδοντα αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει τον Πλατόνοφ του Τσέχωφ στην νεανική τρίωρη διασκευή του Ντέιβιντ Χέαρ.
Στο Βαρύ πυροβολικό της σεζόν περιλαμβάνεται κι δραματοποίηση της θρυλικής «Μητέρας του Σκύλου» του Παύλου Μάτεσι σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγεβιτς με τη Θέμιδα Μπαζάκα στο ρόλο της Ραραούς, ενώ σε δραματοποιημένο μυθιστόρημα στρέφεται και η Παιδική Σκηνή με το διαβασμένο απ΄όλους μας «Παραμύθι Χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Δέλτα σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά.
Το Εθνικό Θέατρο όμως δεν περιορίζει για τη φετινή σεζόν τη δράση του στις σκηνές του. Στα πρότυπα των θεατρικών οργανισμών του εξωτερικού εγκαινιάζει μια σειρά από θεατρικές και παραθεατρικές δραστηριότητες από δρώμενα, συναυλίες, happening κλπ υπό τον κοινό τίτλο “Άλλη Διάσταση”, με την παρουσιάση των 24ων ραψωδιών της Ιλιάδας σε νέα μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη από ισάριθμές πρωταγωνίστριες (κρατήστε ανάσα και σημειώστε ονόματα:Λ. Κονιόρδου, Στ. Γουλιώτη, Εύα Κοταμανίδου, Ρ. Πιττακή, Ρ. Οικονομίδου, Φ. Κομνηνού, Κ. Δανδουλάκη, Π. Ζούνη, Μ. Κεχαγιόγλου, Λ. Πρωτοψάλτη, Θ. Μπαζάκα, Κ. Καραμπέτη, Μ. Λυμπεροπούλου, Μ. Σκουλά, Δ. Χατούπη, Μ. Πρωτόπαππα, Λ. Κιτσοπούλου, Ελ. Κοκκίδου, Αν. Μάσχα, Λ. Φωτοπούλου, Μ. Ναυπλιώτου, Ρ. Πατεράκη, Ολ. Λαζαρίδου, Αμ. Μουτούση).
Τέλος για τρεις μέρες του Μαίου, οι χώροι του Εθνικού παραχωρούνται σε καλλιτεχνικές ομάδες μεταναστών σε ένα μίνι πολυεθνικό φεστιβάλ με στόχο τη συζήτηση πάνω σε θέματα ρατσισμού ξενοφοβίας κλπ.
Αξίζει να αναφερθεί ότι και φέτος, και παρά τις οικονομικές μειώσεις στον προυπολογισμό, η διεύθυνση του Εθνικού, πέρα από την πολιτική των συνδρομών και της γενικής εισόδου 15 ευρώ κάθε Πέμπτη που καθιέρωσε πέρσι, περνά και σε μια μόνιμη έκπτωση των εισιτηρίων της τάξεως του 10%, ενώ το Νοέμβριο οι νέοι θέατές (ως 23ων ετών) θα μπορούν να παρακολουθήσουν όλες τις παραστάσεις με γενική είσοδο 10 ευρώ.
Κι έτσι έχουμε ένα ρεπερτόριο που φλερτάρει με το κλασικό θέατρο και άκρως θελκτικά έργα που έχουν χρόνια να ανέβουν όπως ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ του Εντμόν ντε Ροστάν, η Εμιλία Γκαλότι του Λέσινγκ – που το θυμήθηκαν;- ή Φρεναπάτη του Κορνέιγ, κι η τριλογία του Παραθερισμού του Γκολντόνι, με εξαιρετικούς σκηνοθέτες επικεφαλής, όπως ο Νίκος Καραθάνος, ο Γιάννης Χουβαρδάς, ο Δημήτρης Μαυρίκιος (που επιτέλους επιστρέφει στο θέατρο ύστερα από εκείνο τον μαγικό πιραντελλικό του Ερρίκο τον Δ), και ο Νίκος Μαστοράκης.
Δε λείπουν όμως και οι σύγχρονες παραστάσεις με τη Νέα Σκηνή να επιστρέφει στο σίγουρο χαρτί του Τεννεσί Ουίλλιαμς με το κλασικό Γλυκό Πουλί της Νιότης σε σκηνοθεσία Έφης Θεοδώρου, ενώ η ταλαντούχα και υπερδραστήρια Κατερίνα Ευαγγελάτου καταπιάνεται με ακόμα ένα σκοτεινό σύγχρονο έργο, το Χρυσό Δράκο του Γερμανού Ρόναλντ Σίμελπφενιχ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ανέβασμα του ενός και μοναδικού θεατρικού του Κώστή Παλαμά, της Τρισεύγενης, σε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρδου με την Στεφανία Γουλιώτη στον ομώνυμο ρόλο, ενώ κι ο Γιώργος Λάνθιμος με χλωρές τις διεθνείς δάφνες του Κυνόδοντα αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει τον Πλατόνοφ του Τσέχωφ στην νεανική τρίωρη διασκευή του Ντέιβιντ Χέαρ.
Στο Βαρύ πυροβολικό της σεζόν περιλαμβάνεται κι δραματοποίηση της θρυλικής «Μητέρας του Σκύλου» του Παύλου Μάτεσι σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγεβιτς με τη Θέμιδα Μπαζάκα στο ρόλο της Ραραούς, ενώ σε δραματοποιημένο μυθιστόρημα στρέφεται και η Παιδική Σκηνή με το διαβασμένο απ΄όλους μας «Παραμύθι Χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Δέλτα σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά.
Το Εθνικό Θέατρο όμως δεν περιορίζει για τη φετινή σεζόν τη δράση του στις σκηνές του. Στα πρότυπα των θεατρικών οργανισμών του εξωτερικού εγκαινιάζει μια σειρά από θεατρικές και παραθεατρικές δραστηριότητες από δρώμενα, συναυλίες, happening κλπ υπό τον κοινό τίτλο “Άλλη Διάσταση”, με την παρουσιάση των 24ων ραψωδιών της Ιλιάδας σε νέα μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη από ισάριθμές πρωταγωνίστριες (κρατήστε ανάσα και σημειώστε ονόματα:Λ. Κονιόρδου, Στ. Γουλιώτη, Εύα Κοταμανίδου, Ρ. Πιττακή, Ρ. Οικονομίδου, Φ. Κομνηνού, Κ. Δανδουλάκη, Π. Ζούνη, Μ. Κεχαγιόγλου, Λ. Πρωτοψάλτη, Θ. Μπαζάκα, Κ. Καραμπέτη, Μ. Λυμπεροπούλου, Μ. Σκουλά, Δ. Χατούπη, Μ. Πρωτόπαππα, Λ. Κιτσοπούλου, Ελ. Κοκκίδου, Αν. Μάσχα, Λ. Φωτοπούλου, Μ. Ναυπλιώτου, Ρ. Πατεράκη, Ολ. Λαζαρίδου, Αμ. Μουτούση).
Τέλος για τρεις μέρες του Μαίου, οι χώροι του Εθνικού παραχωρούνται σε καλλιτεχνικές ομάδες μεταναστών σε ένα μίνι πολυεθνικό φεστιβάλ με στόχο τη συζήτηση πάνω σε θέματα ρατσισμού ξενοφοβίας κλπ.
Αξίζει να αναφερθεί ότι και φέτος, και παρά τις οικονομικές μειώσεις στον προυπολογισμό, η διεύθυνση του Εθνικού, πέρα από την πολιτική των συνδρομών και της γενικής εισόδου 15 ευρώ κάθε Πέμπτη που καθιέρωσε πέρσι, περνά και σε μια μόνιμη έκπτωση των εισιτηρίων της τάξεως του 10%, ενώ το Νοέμβριο οι νέοι θέατές (ως 23ων ετών) θα μπορούν να παρακολουθήσουν όλες τις παραστάσεις με γενική είσοδο 10 ευρώ.
Tuesday, September 07, 2010
Το κέρμα
Σκέφτομαι καμιά φορά μήπως η αθωότητα είναι ένα κέρμα που γλιστράει ανύποπτα απ’ την τσέπη καθώς αλλάζουμε νούμερο απ’ τα παιδικά στα ενήλικα μας ρούχα. Ή μήπως η ανάγκη της να παραμένει απροσδιόριστη την αναγκάζει να τα μαζεύει και να φεύγει κακήν κακώς, τη στιγμή που το λεξιλόγιο μας αρχίζει και αποτελείται από περισσότερες των χιλίων λέξεις.
Δεν έχω εντοπίσει ποια είναι η ακριβής χρονική στιγμή που υποχωρεί η αθωότητα, σίγουρα όμως από ένα σημείο και μετά παύει να μας ανήκει. Κι αν τυχόν ξεμείνει σε κανέναν, εντοπίζεται σα στίγμα, μετονομάζεται σε αφέλεια, άγνοια, ηλιθιότητα και ξορκίζεται από τον κόσμο που έχει μάθει, έχει ζήσει, έχει δει και ξέρει πια να αναλύει το σύμπαν σε άλλη βάση.
Κι έρχεται μια στιγμή που δε σε συγκινεί τίποτα. Όλα τα ξέρεις. Όλα τα έχεις ξαναβιώσει. Στην πρώτη αποκάλυψη που συντελείται μπρος στα μάτια σου, αναζητάς με σηκωμένο φρύδι τα σχοινιά του αιωρούμενου Μεσσία και την καταπακτή που είναι καταχωνιασμένος ο ξηρός πάγος.
Όταν χάνεις την αθωότητά σου δεν νιώθεις, δεν αισθάνεσαι, αλλά ψάχνεις και υποπτεύεσαι. Δεν εμπιστεύεσαι τις καλές προθέσεις των άλλων, μια και η καλή προαίρεση είναι ένας μύθος λίγο πιο απίστευτος απ’ την αρπαγή της Ευρώπης ή την απόλυτη ευτυχία.
Έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το που επικεντρώνεις το βλέμμα σου. Στη σκηνή ή πίσω απ’ την κουίντα. Στην οθόνη ή στον προτζέκτορα. Στα λόγια ή στους ήχους. Έχει να κάνει με το πόσο διαθέσιμος είσαι στην τριβή με τα βιώματά σου, ή πόσο πιστός σ’ αυτό που καταχρηστικά αποκαλείς ολοκληρωτική σου διαμόρφωση (να υπάρχει άραγε τέτοιος τίτλος ευγενείας;)
Κι έρχεται ένα φευγαλέο λεπτό, που οι άμυνές σου ξεκουράζονται, και κάτι απροσδιόριστο, ένας νέος τόνος του φθινοπώρου, ένα παλιό τραγούδι, μια σκηνή σε μια ταινία, ο στίχος ενός ποιήματος, μια κουβέντα, ένα άγγιγμα, ένα απλό βλέμμα σε κάνουν σε μια μικρή στιγμούλα ανυπεράσπιστο πεντάχρονο που χάσκει μπροστά στα θαυμαστά μυστήρια ενός άγνωστου κόσμου.
Κι είναι τότε που νιώθεις ότι η αθωότητα ωριμάζει μ΄αυτόν ακριβώς τον τρόπο: αιωρούμενη πάνω απ’ τους ανθρώπους και τις εμπειρίες τους, πάνω απ’ τον πάγο, πάνω απ’ τη γνώση και την αντίληψη για τον κόσμο.
Κι είναι τότε που κοιτάζεις κάτω και βρίσκεις απρόσμενα εντελώς την αθωότητά σου σαν ένα κέρμα, που έπεσε από κάποιον περαστικό, και τη φυλάς στην τσέπη σου, για γούρι, ως την επόμενη φορά που θα την ξαναχάσεις τυχαία, αλλάζοντας παντελόνι.
Δεν έχω εντοπίσει ποια είναι η ακριβής χρονική στιγμή που υποχωρεί η αθωότητα, σίγουρα όμως από ένα σημείο και μετά παύει να μας ανήκει. Κι αν τυχόν ξεμείνει σε κανέναν, εντοπίζεται σα στίγμα, μετονομάζεται σε αφέλεια, άγνοια, ηλιθιότητα και ξορκίζεται από τον κόσμο που έχει μάθει, έχει ζήσει, έχει δει και ξέρει πια να αναλύει το σύμπαν σε άλλη βάση.
Κι έρχεται μια στιγμή που δε σε συγκινεί τίποτα. Όλα τα ξέρεις. Όλα τα έχεις ξαναβιώσει. Στην πρώτη αποκάλυψη που συντελείται μπρος στα μάτια σου, αναζητάς με σηκωμένο φρύδι τα σχοινιά του αιωρούμενου Μεσσία και την καταπακτή που είναι καταχωνιασμένος ο ξηρός πάγος.
Όταν χάνεις την αθωότητά σου δεν νιώθεις, δεν αισθάνεσαι, αλλά ψάχνεις και υποπτεύεσαι. Δεν εμπιστεύεσαι τις καλές προθέσεις των άλλων, μια και η καλή προαίρεση είναι ένας μύθος λίγο πιο απίστευτος απ’ την αρπαγή της Ευρώπης ή την απόλυτη ευτυχία.
Έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το που επικεντρώνεις το βλέμμα σου. Στη σκηνή ή πίσω απ’ την κουίντα. Στην οθόνη ή στον προτζέκτορα. Στα λόγια ή στους ήχους. Έχει να κάνει με το πόσο διαθέσιμος είσαι στην τριβή με τα βιώματά σου, ή πόσο πιστός σ’ αυτό που καταχρηστικά αποκαλείς ολοκληρωτική σου διαμόρφωση (να υπάρχει άραγε τέτοιος τίτλος ευγενείας;)
Κι έρχεται ένα φευγαλέο λεπτό, που οι άμυνές σου ξεκουράζονται, και κάτι απροσδιόριστο, ένας νέος τόνος του φθινοπώρου, ένα παλιό τραγούδι, μια σκηνή σε μια ταινία, ο στίχος ενός ποιήματος, μια κουβέντα, ένα άγγιγμα, ένα απλό βλέμμα σε κάνουν σε μια μικρή στιγμούλα ανυπεράσπιστο πεντάχρονο που χάσκει μπροστά στα θαυμαστά μυστήρια ενός άγνωστου κόσμου.
Κι είναι τότε που νιώθεις ότι η αθωότητα ωριμάζει μ΄αυτόν ακριβώς τον τρόπο: αιωρούμενη πάνω απ’ τους ανθρώπους και τις εμπειρίες τους, πάνω απ’ τον πάγο, πάνω απ’ τη γνώση και την αντίληψη για τον κόσμο.
Κι είναι τότε που κοιτάζεις κάτω και βρίσκεις απρόσμενα εντελώς την αθωότητά σου σαν ένα κέρμα, που έπεσε από κάποιον περαστικό, και τη φυλάς στην τσέπη σου, για γούρι, ως την επόμενη φορά που θα την ξαναχάσεις τυχαία, αλλάζοντας παντελόνι.
Wednesday, September 01, 2010
Ανάμεσα
Ανάμεσα σε ένα φευγαλέο Καλοκαίρι και σε έναν συγκεχυμένο Χειμώνα.
Ανάμεσα στις ελαφριές κομεντί της Natalie Wood και στον πόνο της Marina Abramovic.
Ανάμεσα σε αψυχολόγητες ποσότητες αλκοόλ και σε καταπραϋντικά αφεψήματα.
Ανάμεσα σε μαγειρέματα, σερβιρίσματα, ξαναζεστάματα.
Ανάμεσα σε παρορμητικές αγορές που διαδέχονται η μια την άλλη γυρεύοντας την απάντηση στα ταχυδρομεία.
Ανάμεσα σε σχέδια που παίρνουν μπρος κι άλλα που γίνονται αέρας .
Ανάμεσα σε εικόνες και ήχους και γεύσεις από ταξίδια που έγιναν και άλλα που ετοιμάζονται.
Ανάμεσα σε πρόσωπα, σε λόγια, σε αισθήματα και σκέψεις.
Ανάμεσα σε μηχανικές κινήσεις, τηλέφωνα, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις που παίζουν κάπου στο βάθος.
Ανάμεσα σε θορύβους μιας πολύβουης, πάντα ζωντανής πόλης, και στην απόλυτη ησυχία της ενδοσκόπησης.
Ανάμεσα σε σημειώσεις που σβήνονται, ξαναγράφονται, εμπλουτίζονται, διαγράφονται.
Ανάμεσα σε νέα δεδομένα που επιβάλλονται κι αναγκάζεσαι να ακολουθήσεις.
Ανάμεσα στις ελαφριές κομεντί της Natalie Wood και στον πόνο της Marina Abramovic.
Ανάμεσα σε αψυχολόγητες ποσότητες αλκοόλ και σε καταπραϋντικά αφεψήματα.
Ανάμεσα σε μαγειρέματα, σερβιρίσματα, ξαναζεστάματα.
Ανάμεσα σε παρορμητικές αγορές που διαδέχονται η μια την άλλη γυρεύοντας την απάντηση στα ταχυδρομεία.
Ανάμεσα σε σχέδια που παίρνουν μπρος κι άλλα που γίνονται αέρας .
Ανάμεσα σε εικόνες και ήχους και γεύσεις από ταξίδια που έγιναν και άλλα που ετοιμάζονται.
Ανάμεσα σε πρόσωπα, σε λόγια, σε αισθήματα και σκέψεις.
Ανάμεσα σε μηχανικές κινήσεις, τηλέφωνα, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις που παίζουν κάπου στο βάθος.
Ανάμεσα σε θορύβους μιας πολύβουης, πάντα ζωντανής πόλης, και στην απόλυτη ησυχία της ενδοσκόπησης.
Ανάμεσα σε σημειώσεις που σβήνονται, ξαναγράφονται, εμπλουτίζονται, διαγράφονται.
Ανάμεσα σε νέα δεδομένα που επιβάλλονται κι αναγκάζεσαι να ακολουθήσεις.
Ανάμεσα:
Έτσι υποδέχομαι αυτή την εποχή που λέγεται Φθινόπωρο. Μοιρασμένος στα δύο, στα τρία, στα τέσσερα...
Subscribe to:
Posts (Atom)