[ούτε πως θα βρεθώ κι εγώ εκεί]
Είναι σκοτεινοί καιροί κι οι αντιστάσεις δεν...
[μη δίνεις σημασία]
Πάντα ήθελα ένα πικάπ. Ποτέ δεν είχαμε στο σπίτι. Μάλλον είχαμε όταν ήμουν παιδάκι, αλλά ήταν χαλασμένο από τότε που το θυμάμαι και κανείς δεν έμπαινε σε διαδικασία να το φτιάξει, αφού κι οι κασέτες μια χαρά έκαναν τη δουλειά τους.
ΥΓ2. Απ’ το γνωστό πεζόδρομο, μετρώντας βήματα
ΥΓ3. Και πρέπει να του βρω και όνομα…
Και συμπίπτει εκείνη την εποχή κι ο πρώτος μεγάλος ματαιωμένος έρωτας, που εντάξει δεν ήταν και τίποτα αν το δεις με την ψυχραιμία του χρόνου που πέρασε, τότε όμως ήρθε κι ακούμπησε (μαζί με τους Muse και τους Death in Vegas της ηλεκτρονικής μου φάσης) πάνω στην «Ανάσα» με κάτι ξεγυρισμένα «έφυγα» (οι φίλοι της εποχής ακόμα έχουν να το λένε) κι «εντομοκτόνα» κι «εδώ κοιμάμαι» και δε συμμαζεύεται…Και σιγά – σιγά χώθηκα μέσα στη φωνή της (ή χώθηκε η φωνή της μέσα μου) και ταυτόχρονα στην ελληνική μουσική και σ’ αυτά τα τραγούδια καρδιάς που τα κουβαλάω μέχρι σήμερα…γιατί αν αφήνουν τελικά κάτι οι άνθρωποι που περνούν απ’ τη ζωή μας είναι αν μη τι άλλο ωραίες μουσικές…
Τον τελευταίο καιρό δυο λέξεις έχουν συνδεθεί άρρηκτα στο κεφάλι μου και επανέρχονται ως ζεύγος σε ανύποπτο χρόνο και χωρίς συγκεκριμένες αφορμές:
Κάθε προφίλ, προδίδει τον κάτοχο του. Τον αποκαλύπτει. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί κάτι και με το που θα στρέψει το κεφάλι του (ψάχνοντας π.χ. το σερβιτόρο), η ανασύνθεση των χαρακτηριστικών του να αποκαλύψει μια ολοκαίνουργια εκδοχή της αλήθειας.
Τα προφίλ μας ξεμπροστιάζουν: όχι μόνο επειδή δεν τα έχουμε επιλέξει ως συνειδητή εξέλιξη της στροφής του κεφαλιού μας, ούτε φυσικά επειδή δε δίνουν δεκάρα για την αρμονία των χαρακτηριστικών μας (που μας παίρνει μια ζωή να συνηθίσουμε στον καθρέφτη).
Μείνε μόνος σου…
Πάντα μιλούσες για την ανάγκη σου να ταξιδέψεις
Άντε τώρα ζήσε μόνος…
Τράβα και βρες μια σερβιτόρα
Να της δείξεις πόσο ανεξάρτητος είσαι πια…
Πάρε τα πόδια σου
Δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος να θέλω να μείνεις άλλη μια μέρα
Δεν υπάρχει λέξη να σε πείσω
Δεν υπάρχει τίμημα να πληρώσω
Δεν υπάρχει πια καμιά μαγεία να αποφύγουμε αυτή τη γελοία τραγωδία που είναι να παίξουμε…
Τράβα το δρόμο σου...
Δε χρειάζεται να φτάσεις αυτό το τσίρκο ως το τέλος
Αφού όλα όσα νιώθαμε ξεφτίσανε…
Μη μου παραπονιέσαι άλλο.
Τελειώνουν τα βάσανά σου, σε ελευθερώνω…
Και μη μ ευχαριστείς. Η ανταμοιβή σου είναι η πληρωμή μου
Εμπρός, φύγε κι άσε τα όλα πίσω…
Κι όλα όσα είμαι…
Επειδή αγαπάει.
Γι’ αυτό και τ’ απέκτησε.
Τα προκάλεσε ο ίδιος στον εαυτό του.
Για την ακρίβεια έβαλε να του τα κάνουν.
Αλλά πια δεν έχει συνέπειες.
Μόνο σημάδια.
Κι η αγάπη χωρίς συνέπειες περνάει στη σφαίρα της ιδέας.
Σταδιακά γίνεται συνήθεια και στο τέλος μια εκκρεμότητα που είναι ζήτημα χρόνου να διευθετηθεί.
Κι επειδή αν έχεις την προδιάθεση είναι αδύνατο να πάψεις ν’ αγαπάς, μάλλον θ’ αγαπήσει τα σημάδια του τελικά. Κι είναι λάθος, έτσι; Μάλλον, δηλαδή. Αν και τώρα που το σκέφτομαι δε θα ‘χει και μεγάλη διαφορά. Γιατί τα σημάδια της απόφασης και το σημάδια της υπόσχεσης είναι πάνω κάτω το ίδιο πράγμα.
Τα άλλα του τα επέβαλαν…