Πρώτη μέρα στο αμφιθέατρο του τμηματος θεατρικών σπουδών του πανεπιστημίου Αθηνών - κάπου στις αρχές του 21ου αιώνα.Έκτος όροφος - αίθουσα 6 (ή 8;) - μάθημα: αρχές σκηνογραφίας (ή αρχαία ελληνικά;)
Ένα αλλόκοτο κορίτσι από το μπροστινό θρανίο μου πιάνει απρόσμενα εντελώς την κουβέντα. Σπάει με μια της ανάσα όλους τους τοίχους που έχω υψώσει.
“Συγγνώμη, εσείς θα ξέρετε… ποια δραματική σχολή είναι η καλύτερη στην Ελλάδα; Το Τέχνης ή η Βεάκη;”
Βαριά κυπριακή προφορά, μεγάλα μαύρα μάτια, το πιο παράξενα γοητευτικό πλάσμα που θα μπορούσε να αντικρίσει ενα καθόλου παράξενα ακοινώνητο πλάσμα την πρώτη μέρα της φοιτητικής του ζωής.
Από εκείνη τη μέρα γίναμε αχώριστοι. Μαζί για καφέ, μαζί στα μαθήματα, μαζί στις παραστάσεις μετά τη σχολή. Και τα χρόνια πέρασαν, κι οι εμπειρίες που μας ένωναν πολλαπλασιάζονταν με ρυθμούς που θα μπορουσαν να γεμίσουν βιβλίο. Μοιραστήκαμε έρωτες, σχέσεις, χωρισμούς, διαβάσματα, ξενύχτια, συγκινησεις, γέλια, παρέες, απογοητεύσεις.
Κι εκεί που μεγαλώναμε με την ασφάλεια της παρουσίας ο ένας του άλλου, ξαφνικά έφυγε. Μια παράσταση στην Κύπρο (για λίγο καιρό) και μετά άλλη (για περισσότερο) και μετά δασκάλα σε σχολείο (λίγο πιο μόνιμη θέση…) κι ύστερα άλλες δουλειές εκεί, ρόλοι σε θέατρο και τηλεόραση και ξαφνικά ένας έρωτας και γάμος και μωρό και οικογένεια…
Με λίγα λόγια ήρθε η ζωή αποφασιστική να μπει στη μέση. Η καθημερινή παρουσία αντικαταστάθηκε από μηνύματα αγάπης και αφοσίωσης μια στο τόσο… τα νέα μας μέσα από τα social media (που εμφανίστηκαν ξαφνικά στις ζωές μας), μια βραδιά σε μια βεράντα σε μια σύντομη επίσκεψη της στην Ελλάδα (όπου την είδα αρραβωνιασμένη και ευτυχισμένη) και μια φευγαλέα συνάντηση σε μια επίσκεψη μου για συναυλία στην Κύπρο που κράτησε ίσα με μια αγκαλιά κι ένα φιλί…
Κι έτσι πέρασαν 7 χρόνια. Κι οι ζωές μας χωριστές, αλλά με τη σιγουριά της παρουσιάς του καθενός καλά φυλαγμένη στα σκοτεινά σημεία της καρδιάς μας.
Και χτες ξαφνικά την είδα και πάλι. Ήρθε απρόσμενα εντελώς στην Αθήνα για δυο παραστάσεις (με ένα μονόλογο που έκανε τόση αίσθηση στην Κύπρο, ώστε πέρασε τη θάλασσα). Ήμουν εκεί στην πρώτη σειρά. Ένα σκέτο μήνυμα την προηγούμενη: “Το βράδυ μετά την παράσταση μην κανονίσεις τίποτα! σε κλείνω! Θα βγούμε για φαγητό.”
Στην παράσταση ήταν συγκλονιστική. Είχα χρόνια να την δω να παίζει. Δεν είχε περάσει μέρα από πάνω της. Ήταν ακόμα εκείνο το κορίτσι από το αμφιθέατρο της φιλοσοφικής. Ίδια φωνή, ίδιο βλέμμα, ίδια συγκίνηση, ίδιο δόσιμο στους ρόλους…
Χειροκρότημα… υπόκλιση…
Το εστιατόριο στον τελευταίο όροφο του θεάτρου. Λακωνικό μήνυμα: “Είμαι πάνω και σε περιμένω. Ετοιμάσου κι έλα”. Ένα τέταρτο αργότερα μπαίνει στην αίθουσα με το φασαριόζικο αέρα που φύσούσε κάθε φορά έμπαινε σε ένα χώρο όσα χρόνια τη γνωρίζω. Με δυνατή φωνή φωνάζει ένα μακρόσυρτο “αγααααάπη μου”, όπως τότε που είχαμε να βρεθούμε μια μέρα το πολύ. Μια σφιχτή αγκαλιά από αυτές που σπάνια δίνω με όλη μου την καρδιά που ούτε ξέρω πόσο κράτησε. Κι ένα φιλί διαρκείας με συσσωρευμένη όλη την αγάπη μια επταετίας.
Πιάσαμε το νήμα απο εκεί που το είχαμε αφήσει στα τελειώματα του Πανεπιστημίου. Θυμηθήκαμε τα πάντα… μιλούσαμε και μιλούσαμε και η νύχτα περνούσε και για μας ήταν όλα εκεί: ο Jean Genet κι η Λούλα Αναγνωστάκη, η Αγνή Μουζενίδου κι ο Σπύρος Ευαγγελάτος, η Bjork στο "χορεύοντας στο σκοτάδι" κι η Bette Davis σε εκείνη την ταινία που πεθαίνει από γλοίωμα ( και που όσο κι αν προσπαθήσαμε δε μπορέσαμε να θυμηθούμε τον τίτλο). Τα μάτια της (υποθέτω και τα δικά μου) άστραφταν στο χαμηλό φωτισμό της αίθουσας όπως τότε.
Καθώς μιλούσαμε ένιωσα ευγνωμοσύνη για τους σημαντικούς ανθρώπους που περνάνε από τη ζωή μας και δεν χάνονται ποτέ, ακόμα κι αν οι συνθήκες, για λόγους δικούς τους, τους απομακρύνουν, για λίγο η περισσότερο. Σήκωσα το ποτήρι μου… και δεν ήπια στα προηγούμενα. Ήπια στα επόμενα. Ήπια στους μελλοντικούς εαυτούς μας και στους νέους ρόλους που επιφυλάσσει ο χρόνος για τον έναν μέσα στη ρευστή ζωή του άλλου.
Φύγαμε τις νεαρές ώρες από το εστιατόριο ζαλισμένοι. Περπατήσαμε στο κέντρο της Αθήνας κι ήμασταν πάλι παιδιά είκοσι χρονών κι η Αθήνα μια πόλη γεμάτη προοπτικές και προσδοκίες. Μου είχε λείψει αυτό το πρόσωπο της πόλης - νόμιζα πως μου το είχε οριστικά στερήσει για πάντα τη στιγμή που έχασα την πρώτη νεανική αθωότητα.
Μια αγκαλιά για αποχαιρετισμό. Προσωρινό. Μέχρι οι μελλοντικές προβολές μας να βρεθούν σε μια τυχαία συγκυρία. Αμοιβαίες υποσχέσεις οτι η επόμενη συνάντησή μας δε θα καθυστερήσει. Μπορεί να συμβεί μπορεί και όχι. Μπορεί άμεσα, μπορεί αργότερα. Είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση βαθιά στην καρδιά έχω τη σιγουριά ότι οι γεροί δεσμοί δεν κόβονται ποτέ όσα χρόνια κι αν περάσουν.
“Θα τα πούμε σύντομα. Κανόνισε. Να προσέχεις. Σ’ αγαπώ…”
Η Αθήνα διατηρεί το παλιό της πρόσωπο όση ώρα είμαι στο ταξί. Ακόμα κι όταν γυρίζω το κλειδί στην πόρτα μου και πέφτω στο κρεβάτι, νιώθω ότι μου έχει ανοίξει και πάλι, αναπάντεχα εντελώς, μια χαραμάδα στο χρόνο. Κοιμήθηκα και ξύπνησα 20 χρονών...
1 comment:
όμορφο βράδυ, όμορφα συναισθήματα και τι καλά που τα τείχη έπεσαν με εκείνη την ανάσα, δεν νομίζεις; :)
Post a Comment