Monday, December 31, 2018

άλλη μια χρονιά


Όσο πιο νέοι είμαστε,
τόσο πιο εύκολα κάνουμε ετήσιους απολογισμούς.

 Θυμάμαι ολόκληρη τη ζωή μου να φτιάχνω θορυβώδεις λίστες.

Όσο μεγαλώνουμε,
τόσο πιο εύθραυστα φαντάζουν όλα.

Κι αρχίζουμε να τα υπολογίζουμε ψιθυριστά, μη και τα σπάσουμε.

Έτσι κι εγώ φέτος:

δε μετράω τα καλά και τα κακά της χρονιάς,
τις απώλειες και τα κέρδη,
τις ξαφνικές απουσίες και τις σταθερές παρουσίες.

Μετράω χωρίς πρόσημα την ίδια τη χρονιά
και με προσοχή την τοποθετώ
ανάμεσα στις προηγούμενες με ευγνωμοσύνη
και στις επόμενες με ελπίδα.

Κι ας πάρει τη θέση που της αντιστοιχεί 
στη μικρή 
ή μεγάλη 
αλυσίδα των ημερών μας στη γη.


Thursday, November 15, 2018

Ημερολόγιο Βημάτων



- Θα ήθελες να γράψουμε ένα νέο τραγούδι στην Κατερίνα Κούκα για τα λαϊκά της Ταράτσας;
- Θεμάκο μου δεν νομίζω πως είμαι σε φάση.
- Καλά, εγώ θα στη φέρω να τη γνωρίσεις και να δεις που θα της γράψεις...

Μου την έφερε και τη γνώρισα. Την Κούκα της πίστας, του θεάτρου και της τηλεόρασης. Την Κούκα του σπίρτου, της Άσπας και του fame story. Την Κούκα του Σπανού και του Νικολόπουλου, του Μαρίνου και του Μπίστικα. Κράτησα το πάθος και τη φλόγα μιας Μανιάνι από τις Σέρρες που έχει φάει τη ζωή με το κουτάλι της σούπας και σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα της.

Σε μια εποχή που όλοι κι όλα καθαγιάζονται, η Κατερίνα Κούκα παραμένει μια φωνή που μπορεί να κάνει τα λόγια να ακούγονται γυμνές αλήθειες σε διαστάσεις φθαρτές κι ανθρώπινες. Το ένα και μοναδικό προσωπικό μου ζητούμενο.

Από εκείνη την πρώτη συνάντηση έφυγα καταγοητευμένος.

Πήγα για ένα σαββατοκύριακο στη Μάνη. Κοιτούσα τα βουνά κι άκουγα ιστορίες. Τη Δευτέρα είχαμε τα "βήματα".

Saturday, September 08, 2018

έπαθα σκάζη


Χτες βράδυ με έπιασε μια νοσταλγία. Ανεξήγητη. Εντάξει. Όχι και τόσο ανεξήγητη. Είχε αφορμή. Εκεί που δούλευα ανυποψίαστος στον υπολογιστή κι είχα αφήσει το spotify να εικάζει μουσικές που μπορεί να μου κλικάρουν, έσκασε σαν πυροτέχνημα από το πουθενά το σκαζη των στέρεο νόβα. Αυτό ήταν. Με τους πρώτους ήχους του kodak έπεσα στο χάσμα της μνήμης. Έπαθα σκάζη. Οι σκόρπιες ηχογραφήσεις των Στ.Ν και τα 20κάτι μου χρόνια. Εκρηκτικός συνδυασμός εγγεγραμμένος ύπουλα στο υποσυνείδητό μου, ανασύρθηκε ύπουλα σα χρονοκάψουλα, έξερράγη σε άπειρα μικροσκοπικά σωματίδια και εκσφενδονίστηκε στο χωροχρόνο.

Σταμάτησα αυτόματα ο τι έκανα για να αναρωτηθώ: που πήγε το κοινό που παραληρεί; Τι απέγιναν τα παιδιά του σκάζη; Εκείνο το βράδυ γύρισαν σπίτι τους νέοι και πιωμένοι κι ερωτευμένοι και..; Ξύπνησαν 20 χρόνια μετά πως; Έχουν μαλλιά και όνειρα; Μεθάνε ή τους πειράζει το ποτό; Είναι καλά; Καπνίζουν η το έκοψαν; Τους προσέχει κανείς; Μας προσέχει κανείς ή πάθαμε όλοι αδιαχείριστη ευθύνη; Τι απέγινε η εποχή του υποθετικού κόσμου; τότε που όλα τα εικάζαμε, τα φανταζόμασταν και συμπληρώναμε τα κενά με ευσεβείς πόθους και γενναιόδωρα δάνεια από βιβλία, ταινίες, δίσκους; Τότε που τα σκιρτήματα κι η καύλα δεν είχαν πάντα πρόσωπο, ούτε ονοματεπώνυμο, ούτε ηχόχρωμα, αλλά λέξεις αμφίσημες σκόρπιες και πολύτιμες και αναφορές κοινές που έχριζαν αγνώστους συγγενείς. Τότε που ήμασταν ανώνυμα avatar, ασπρόμαυρες ελλειπτικές εικόνες, εξομολογήσεις ειλικρινείς η κατασκευασμένες, εξιστορήσεις, κρυφές ομολογίες που έβλεπαν το φιλόξενο φως των αχανών πίξελ, λακωνικά υπονοούμενα και αναδομημένες διατυπώσεις. Τότε που γινόμασταν αλήθεια ολόφωτη δυο στιγμές μετά από το απόλυτο σκοτάδι.

Και πήγα παραπέρα. Τί έγινε η εποχή των ατέλειωτων λεωφορείων προς μυθικούς προορισμούς, με discman που έπαιζε ένα και μόνο δισκάκι, δυο και τρεις φορές πριν τελική στάση, προκειμένου να δούμε, ακούσουμε, εισπνεύσουμε μυθικούς χρησμοφόρους (μυθικούς γιατί δεν ξέραμε τίποτα γι’ αυτούς πέρα απ’ τους πυθικούς χρησμούς τους). Κι οι σκέψεις του ποδαρόδρομου στη Λένορμαν ή την Πέτρου Ράλλη όταν χάναμε το τελευταίο λεωφορείο (γιατί για ταξί ούτε λόγος) και μας έπαιρναν από πίσω τα σκυλιά, γαβγίζοντας; Οι σκέψεις που τις έπαιρνε η νύχτα, γιατί δεν μπορούσαμε, ούτε να τις απευθύνουμε, ούτε να τις μοιραστούμε ούτε να τις καταγράψουμε πουθενά, εξ’ ου και τις δωρίζαμε γενναιόδωρα στους απόντες, τους ανύπαρκτους και τους αόρατους παραλήπτες του σύμπαντος… και λέγαμε χαλάλι τους με την ελπίδα να μας τις επιστρέψουν άμεσα με σημάδια μεταφυσικά - ακόμα και στον ύπνο μας.

Με επανέφερε στην πραγματικότητα η ανάγκη για ένα ποτό. Κάτι δυνατό. Να υψώσω ποτήρι στο σκάζη και στα παιδιά του, ελπίζοντας να είναι καλά προστατευμένα στο καταφύγιο της νιότης τους και να χορεύουν νέα και ξέφρενα κι ερωτευμένα μέχρι το τέλους του κόσμου. Θυμήθηκα ότι προσπαθώ να μην πίνω πια. Ούτε να ξενυχτώ. Μπήκα στο facebook να συντονιστώ και πάλι με την πραγματικότητα. Πλήρη ονοματεπώνυμα και εύγλωττα πορτρέτα. Μισή ζωή πραγματική, μισή ψηφιακή με τα ίδια υλικά. Κανένας σούπερ ήρωας. Οι Κλαρκ Κεντ κάνουν τη βρωμοδουλειά της αυτοδιαχερίσης. Ας είναι. Στο ταιμλαιν όλοι είμαστε καλά. Κάποιοι βαριόμαστε, κάποιοι έχουμε θέματα με τη δουλειά, κάποιοι με τα γκομενικά, αλλά σε γενικές γραμμές είμαστε καλά. Κανείς δεν κινδυνεύει. Την έχουμε βρει την άκρη μας. Έφτιαξα έναν καφέ. Υπέρβαση τόσο αργά τη νύχτα. Χαμόγελο σαρκαστικό. Επέστρεψα στο γράψιμο μου. Όλα καλά. Παιδιά του σκαζη αν με ακούτε εκεί που είστε δυναμώστε τα ηχεία σας.




Saturday, July 28, 2018

Θρήνος



Ακούστε με παιδάκια:
ο πατερούλης πέθανε.
Απ’ το παλιό παλτό του
θα σας φτιάξω ζακετάκια.
Θα σας φτιάξω φανελάκια.
απ’ τα παλιά του παντελόνια.
Στις τσέπες τους θα βρείτε
Δεκάδες μπιχλιμπίδια:
δεκάρες και κλειδιά
βουτηγμένα στον ταμπάκο.
Ο Νταν θα πάρει τις δεκάρες
να μπουν στον κουμπαρά του,
Η Ανν θα πάρει τα κλειδιά του
να κουδούνιζουν και να χαίρεται.
Η ζωή θα συνεχίσει,
κι οι νεκροί θα ξεχαστούνε.
Η ζωή θα συνεχίσει
Κι ας μη φεύγουν οί σωστοί

Ανν φαε το πρωινό σου
Νταν πιες το φάρμακό σου
Η ζωή θα συνεχίσει
Κι ας μην ξέρουμε γιατί.


Edna St. Vincent Millay - Lament (Μετάφραση: Γεράσιμος Ευαγγελάτος).


Friday, July 20, 2018

τρένο




Αν είναι να φύγεις και να μείνεις

κάν' το με τρένο -

σαν τον Γκι 

και τον Ζαβιέ.

Σαν τη Λώρα και τη Λάρα.

Σαν την Καρένινα.





Wednesday, June 27, 2018

Εν λευκώ



Το “Εν Λευκώ” είναι το τραγουδι που για μας σηματοδοτεί την αρχή των πάντων και γι’ αυτό αποτελεί και θα αποτελεί πάντα το φινάλε κάθε παράστασης. Είναι το τραγούδι που κάποιοι μας έλεγαν ότι δεν είναι τραγούδι τραγουδένιο και να μην περιμένουμε πολλά, αλλά για μας ήταν ανάγκη για εξομολόγηση κι έγινε αυτό που τόσα χρόνια μας δένει με όσους είναι σαν εμάς: αλλόκοτοι, υπερβολικοί, φοβισμένοι, εγκλωβισμένοι και την ίδια στιγμή διαθέσιμοι με τα μάτια και τα χέρια ανοιχτά. Με τις καρδιές και τις ψυχές επίσης. Είναι το τραγούδι που για να τραγουδιέται όπως πρέπει, στην άγραφη συμφωνία μας με το κοινό, δεν πρέπει να το ακολουθεί παρά η τελευταία αυλαία, για να το παίρνουμε όλοι σπίτι μας και να το μοιράζουμε κομμάτι - κομμάτι σε όσους το χρωστάμε. Αν χωράνε όλα όσα είμαστε οι τρεις μας σε 5 και κάτι λεπτά, είναι αυτές οι δέκα στροφές κι αυτή η κραυγή στο τέλος, (που δεν ήταν εξ’ αρχής εκεί αλλά ήρθε για να μείνει). Δεκαπέντε χρόνια και συνεχίζουμε ποντάροντας εν λευκώ στο συναίσθημα κι όσους δεν το φοβούνται… Κι αν χαιρόμαστε για κάτι, είναι που χρόνο με το χρόνο γινόμαστε όλο και περισσότεροι.


(το μπελ ρεβ live κυκλοφορεί φυσικά και ψηφιακά από τη Feelgood Records).


Monday, May 07, 2018

Ουρανία, σ' αγαπάνε!


Εγώ στο Θέατρο κάτι χρωστούσα από παλιά. Στην αρχή ήταν μια σκεψη, μετά παύση, μετά λέξεις - αρχικά δειλές και στη συνέχεια θρασείες, μετα σχέδια και πάλι σκέψεις, μετα άνθρωποι (με εμπιστοσύνη - με ταλέντο - με πείσμα και “πίστη στ’ όνειρο”), μετα πρόβες, άγχη, δεύτερες και τριτες σκέψεις (άντε πάλι) μετά παράσταση και στο τέλος πάλι άνθρωποι - στην πλειοψηφία τους άγνωστοι άνθρωποι μα στην ουσία συγγενείς στο αίσθημα. 

Δεν ξέρω αν έδωσα πίσω στο Θέατρο κάτι απ’ όσα του χρωστούσα. Υποπτεύομαι ότι πάλι βγήκε από πάνω και μου έκανε εκείνο ακόμη ένα δώρο, προφανώς για να με κρατήσει για πάντα χρεωμένο. Δεν μπορώ λοιπόν παρά να ευχαριστήσω από καρδιάς για το αναπάντεχο αυτό δώρο. Η μοναχική μας “Ουρανία”, φέτος βρήκε περισσότερους φίλους απ' όσους περίμενε κι έτσι πήρε το πράσινο φως ν’ ανοίξει το κρυφό της υπνοδωμάτιο στους σκοτεινούς της συγγενείς και την επόμενη χρονιά.

ΥΓ: Αρχικά είπα να λογοκρίνω το καμάρι, αλλά στο φινάλε σκέφτηκα: πόσες φορές μας δίνεται στη ζωή κάτι για το οποίο μπορούμε πραγματικά να καμαρώσουμε;

ΥΓ: Ουρανία, μη νιώθεις λύπη. Κάποιοι σ' αγαπάνε!




Friday, May 04, 2018

lemons



Όταν η ζωή σου δίνει λεμόνια...

                                 άλλαξε ζωη.


Sunday, April 29, 2018

Πλατεία Προσκόπων



Ήρθα στην Πλατεία προσκόπων
μια μερα για καφέ.
Είπα εδώ θέλω να μείνω.
όχι πιο πάνω,
όχι πιο πέρα,
όχι πιο δίπλα.
Εδώ.
Ξανάρθα για φαί.
Χορτάτος είπα πάλι εδώ.
Μετά για ένα ποτό
- ας μη γελιόμαστε ποτέ δεν είναι ένα -
είπα εδώ και πάλι εδώ.
πιωμένος
άρα ίσχυε.
Κι έτσι λίγο λίγο
η πλατεία εγινε σπίτι μου πριν γίνει.
Από τύχη, πεπρωμένο, υπόγειες, επίγειες ή ουράνιες δυνάμεις.
Δε μπήκα ποτέ στη διαδικασία να το εξηγήσω.
Σημασία είχε πως ήταν σπίτι καρδιάς κανονικό
κι ας μην πλήρωνα λογαριασμούς σε ΔΕΚΟ.
Τους πλήρωνα έτσι κι αλλιώς εκεί που μετρούσε περισσότερο.
Στην πλατεία έκανα τα ραντεβού μου
Στην πλατεία συναντούσα φίλους
(κι ας μέναμε οι περισσότεροι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα)
Στην πλατεία άνοιγα κι έκλεινα δουλειές.
Και πέρασαν τα χρόνια
Και μια μέρα ξαφνικά, -πως το φερε η τύχη- κι η πλατεία μου ‘βγαλε κλειδιά,
και μου πε “καλώς ήρθες”
εκεί λίγο με τρόμαξε
και πήρα αποστάσεις.
Ώσπου ήρθε η παρόρμηση - απόφαση
και πέρασα ένα σάββατο το άβατο του πρώτου ύπνου.
Στην εξώπορτα με υποδέχτηκε μία στρατιά από βαριεστημένες γάτες.
“Άντε! επιτέλους ξεκουβάλησες…
είχαμε στήσει μια γιορτή, μα βαρεθήκαμε…”
Τους είπα “έχουμε καιρό” κι ανέβηκα
κοιμήθηκα βαθιά και ξύπνησα απ’ το φως.
Πρώτη φορά από τόσο φως.
Ήμουν εγώ κι ήμουν αλλιώς.
Ήμουν αλλιώς κι ήμουν εκεί
και το εκεί ήταν εδώ
και το εδώ ήταν εγώ.
και τα λοιπά και τα λοιπά.
Πάει κοντά πια ένας χρόνος
από το πρώτο μου κλειδί
κι από τον πρώτο μου τον ύπνο τον βαθύ.
Οι γάτες πια με μάθανε
και στήνουνε γιορτή κάθε φορά που θα με δουν
(εκτός όταν βαριούνται).
Έχουν αλλάξει τόσα κι άλλα τόσα,
και πρώτα απ’ όλα εγώ.
Μα όσα κι αν αλλάξανε
σ΄αυτό τον ένα χρόνο -
ένα έχει μείνει σταθερό:
Ακόμα εδώ θέλω να μένω.



Friday, April 13, 2018

Στην Επόμενη Ζωή



Εγώ σε γνώρισα προτού σε συναντήσω
Από παιδί στα όνειρα μου σ’ είχα δει.
Ήταν αργά μετά και πώς να κάνω πίσω.
Είπα απ’ τον κόσμο αυτό θα φύγουμε μαζί.

Κι αν ο καθένας μας ντυθεί τα πιθανά του
Κι αν δώσει όλα όσα κρύβει στην ψυχή.
Υπάρχουν κάποιοι που αγαπούν μέχρι θανάτου.
Και στην επόμενη ζωή απ’ την αρχή.

Κι αν απ’ τους δυο μας κάποιος πρώτος πει αντίο
Και πάρει απόφαση ν’ αφήσει τη σκηνή.
Σε μια επόμενη ζωή εμείς οι δυο
ίσως βρεθούμε λίγο πιο αληθινοί.

Κι αν ο καθένας μας ντυθεί τα πιθανά του
Κι αν δώσει όλα όσα κρύβει στην ψυχή.
Υπάρχουν κάποιοι που αγαπούν μέχρι θανάτου.
Και στην επόμενη ζωή απ’ την αρχή.





(Το τραγούδι γράφτηκε για την παράσταση Ουρανία που θα ανέβει στο Θέατρο 104 από τις 16 Απρίλιου 2018 σε σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν. Στο ρόλο της Ουρανίας η Δανάη Μπάρκα.)

Sunday, March 11, 2018

Δεινόσαυροι εμείς


Γεννημένοι έτσι
Mέσα σ’ αυτό
Καθώς χαμογελούν τα πρόσωπα από κιμωλία
Καθώς ο Κύριος Θάνατος γελά
Καθώς κόβονται τα ασανσέρ
Καθώς τα πολιτικά τοπία διαλύονται
Καθώς το παιδί του σουπερμάρκετ έχει πτυχίο πανεπιστημιου
Καθώς τα μολυσμένα ψάρια ξερνάνε τις μολυσμένες προσευχές τους
Καθώς ο ήλιος κρύβεται
Είμαστε
Γεννημένοι έτσι
Μέσα σ’ αυτό
Μέσα σ’ αυτούς τους προσεκτικά παρανοικούς πολέμους
Μέσα στη θέα σπασμένων παραθύρών εργοστασίων που ατενίζουν το κενό
Μεσα σε μπαρ που οι άνθρωποι δε μιλάνε μεταξύ τους
Μέσα σε καβγάδες με γροθιές που καταλήγουν σε πιστολιές και μαχαιρώματα
Γεννημένοι μέσα σ’ αυτό
Μέσα σε νοσοκομεία που είναι τόσο ακριβά που είναι φθηνότερο να πεθάνεις
Μέσα σε δικηγόρους που χρεώνουν τόσο που είναι φθηνότερο να δηλώσεις ένοχος
Μέσα σε μια χώρα που οι φυλακές είναι γεμάτες και τα τρελάδικα κλειστά
Μέσα σε μια χώρα που οι μάζες ανυψώνουν ηλίθιους σε πλούσιους ήρωες
Γεννημένοι μέσα σ’ αυτό
Να περπατάμε και να ζούμε μέσα σ’ αυτό
Να πεθαίνουμε γι’ αυτό
Να σωπαίνουμε γι’ αυτό
Ευνουχισμένοι
Ακόλαστοι
Αποκληρωμένοι
Γι’ αυτό
Γελασμένοι απ’ αυτό
Χρησιμοποιημένοι απ’ αυτό
Εξευτελισμένοι απ’ αυτό
Τρελοί και άρρωστοι απ’ αυτό
Βίαιοι
Απάνθρωποι
Απ’ αυτό
Η καρδιά μαυρίζει
Τα δάχτυλα ψάχνουν το λαιμό
Το όπλο
Το μαχαίρι
Τη βόμβα
Τα δάχτυλα ψάχνουν έναν άφαντο θεό
Τα δάχτυλα ψάχνουν το μπουκάλι
Τα χάπια
Τη σκόνη
Γεννημένοι σ’ αυτό το θλιβερό θανατικό
Γεννημένοι σε μια κυβέρνηση με χρέος 60 χρόνων
Που σύντομα θα είναι ανίκανη να αποπληρώσει τους τόκους αυτου του χρέους
Κι οι τράπεζες θα καούν
Τα λεφτά θα είναι άχρηστα
Θα υπάρχουν φόνοι ανοιχτοί και ατιμώρητοι στους δρόμους
Θα υπάρχουν όπλα και περιπλανώμενες συμμορίες
Η γη θα είναι άχρηστη
Η τροφή θα γίνει μια φθίνουσα απόδοση
Η πυρηνική ενέργεια θα καταληφθεί απ’ τους πολλούς
Εκρήξεις θα συνταράζουν τη γη
Ραδιενεργα ρομπότ θα παρακολουθούν το ένα το άλλο
Οι πλούσιοι κι οι εκλεκτοί θα παρακολουθούν από διαστημικές εξέδρες
Η κόλαση του Δάντη θα μοιάζει με παιδική χαρά
Ο ήλιος δε θα φαίνεται και θα ναι πάντα νύχτα
Τα δέντρα θα πεθάνουν
Όλη η βλάστηση θα πεθάνει
Ραδιενεργοί άνθρωποι θα τρώνε τις σάρκες άλλων ραδιενεργών ανθρώπων
Η θάλασσα θα μολυνθεί
Οι λίμνες και τα ποτάμια θα εξαφανιστούν
Η βροχή θα γίνει ο νέος χρυσός
Τα σαπια πτώματα των ανθρώπων και των ζώων θα ζέχνουν στο σκοτεινό άνεμο
Οι λίγοι τελευταίοι επιζώντες θα προσβληθούν από νέες και φρικτές ασθένειες
Και οι διαστημικές εξέδρες θα καταστραφούν από δολιοφθορές
Την έλλειψη προμηθειών
Το φυσικό φαινόμενο της γενικής παρακμής
Και θα υπάρξει η πιο όμορφη σιωπή που δεν ακούστηκε ποτέ
γεννημένη μέσα απ’ αυτό
Ο ήλιος ακόμα εκεί κρυμμένος
Να περιμένει το επόμενο κεφάλαιο.


Charles Bukowski - Dinosauria, we (Μετάφραση: Γεράσιμος Ευαγγελάτος.)

(Απόσπασμα του ποιήματος ακούγεται στην παράσταση "Το Παιχνίδι της Σφαγής" του Ευγένιου Ιονέσκο στο Εθνικό Θέατρο. Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας).

Friday, January 12, 2018

Ο Θάνατος καπνίζει τα πούρα μου




Ξέρεις: είμαι πάλι μεθυσμένος
εδώ
ακούγοντας Τσαικόφκσι
στο ραδιόφωνο.
Χριστέ μου, τον ακούσα 47 χρόνια
πριν
όταν ήμουν ένας πεινασμένος συγγραφέας
και να τος
πάλι
και τώρα είμαι ένας μέτρια πετυχημένος
συγγραφέας
κι ο θάνατος πηγαινοέρχεται
πάνω - κάτω
στο δωμάτιο
καπνίζοντας τα πούρα μου
κλέβοντας γουλιές απ’ το
κρασί μου
ενώ ο Τσάικ καταπιάνεται
με την “Παθητική”.
Ήταν ωραίο ταξίδι
κι η μόνη τύχη που είχα
ήταν που έριξα το ζάρι μου
σωστά:
πείνασα για την Τέχνη μου, πείνασα για να
κερδίσω 5 γαμημένα λεπτά, 5 ώρες,
5 μέρες -
ήθελα μόνο να καταγράψω
τον κόσμο·
δόξα, χρήμα, μου ήταν αδιάφορα:
ήθελα να καταγράψω τον κόσμο
κι εκείνοι με ήθελαν στον τόρνο,
σε μια ουρά εργοστασίου,
ήθελαν να μαι πωλητής
σ’ ένα πολυκατάστημα.
Λοιπόν, λέει ο Θάνατος, καθώς έρχεται προς το μέρος μου,
εγώ θα σε πετύχω όπως και να ‘χει
ο, τι κι αν έχεις υπάρξει:
συγγραφέας, ταξιτζής, νταβατζής,
χασάπης, αλεξιπτωτιστής,
εγώ θα σε
πετύχω…
οκέι φίλε, του λέω.
Ας πιούμε μαζί τώρα
καθώς η 1η ώρα γλιστράει στη 2η
ώρα και
μόνο αυτός ξέρει
τη στιγμή, αλλά τον γέλασα:
Πήρα τα 5 γαμημένα μου λεπτά
και πολύ
περισσότερα.

(Charles Bukowski 1920 - 1994)