Υπάρχει μια μικρή φωνή μέσα στο μυαλό. Της έχουν δώσει πολλά ονόματα. Εκείνη δεν ακούει σε κανένα. Μάλλον ακούει σε όλα, αλλά αρνείται να βολευτεί σε ένα από αυτά. Η φωνή αυτή μιλάει σε ανύποπτο χρόνο, λέει ακριβώς αυτά που έχει να πει και βυθίζεται και πάλι στη σιωπή. Μπορεί να κάνει μέρες, εβδομάδες, μήνες να ακουστεί. Νιώθεις όμως πως μαζεύει υλικό, ακόμα κι αν το υλικό αυτό μοιάζει ακαθόριστο και παρωχημένο. Γνωρίζεις πως αν η μικρή φωνή αποφασίσει να βάλει σε σειρά τα δεδομένα θα πει πολλά και μάλιστα ακριβώς με τη σύνταξη που πρέπει. Θα αφήσει έξω τα περιττά, αφού κλέψει όλη την ουσία τους. Η φωνή μετά θα αρχίσει να υπαγορεύει σε μια άλλη φωνή κάπως πιο κοινωνική. Η άλλη φωνή θα πάρει τις απαιτούμενες αποφάσεις παραβλέποντας την πρώτη φωνή. Ακολουθεί μια Τρίτη φωνή, η πιο δυνατή και πιο υπεύθυνη. Αυτή ξέρει πολλά μα δε μιλάει πολύ. Στην πραγματικότητα όσο περισσότερα ξέρει, τόσο λιγότερο μιλάει. Η Τρίτη φωνή είναι πάντα φοβισμένη γιατί ξέρει πως σε αντίθεση με τις άλλες δυο, όταν μιλάει ακούγεται. Και συχνά παρεξηγείται. Γι’ αυτό κι η Τρίτη φωνή που όταν φτάσει να μιλήσει ξέρει τα πάντα, συχνά λοξοδρομεί και μιλάει για άσχετα, ασήμαντα θέματα. Ανάμεσα στην άσκοπη φλυαρία της όμως, στέλνει κωδικοποιημένα μηνύματα με την ελπίδα κάποιος να καταφέρει να τα αποκρυπτογραφήσει. Η Τρίτη φωνή όταν παραληρεί, ξεθαρρεύει και ζητάει βοήθεια και για τις άλλες δύο. Καμιά φορά ο άνθρωπος μεθάει και τότε οι τρεις φωνές συντάσσονται και προσπαθούν ασθμαίνοντας να προλάβουν τα πάντα. Συνήθως τότε δε βγαίνει νόημα. Η αιτία καβαλάει την αφορμή κι ο λόγος τη σημασία. Τότε τα λόγια μπερδεύονται. Οι φωνές μπερδεύονται. Η πρώτη, η δεύτερη κι η Τρίτη φωνή εναλλάσσουν θέσεις μέχρι να τις συλλάβει κάποιος. Δεν τις αγγίζει υπεύθυνα κανείς. Γλιστρούν από παρανόηση σε παρανόηση κι από παρεξήγηση σε παρεξήγηση. Καμιά φορά κάποιος άλλος ακούει. Τις αποκρυπτογραφεί‧ τις βάζει σε σειρά‧ τις λέει νόημα. Τότε βγάζει τα συμπεράσματα του και προσπαθεί να διορθώσει την παραφωνία. Ψελλίζει κάτι σαν «έχεις πιει» ή «έλα να σε πάω σπίτι» ή «θα μιλήσουμε το πρωί» και με απαλές κινήσεις φιμώνει τις τρεις μπερδεμένες φωνές του συνομιλητή του και τις οδηγεί τρυφερά στο κρεβάτι. Κάθε μια στο δικό της. Το επόμενο πρωί οι τρεις φωνές ξυπνούν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, χωρίς μνήμη. Μοιάζουν να είναι ακριβώς οι ίδιες φωνές της προηγούμενης μέρας: μόνο που η πρώτη είναι κάπως πιο μπερδεμένη, η δεύτερη πιο επιφυλακτική κι η Τρίτη πιο φοβισμένη. Το υπόλοιπο της ανάρρωσης το περνούν στην απόλυτη σιωπή.
Thursday, September 08, 2011
οι τρεις φωνές
Υπάρχει μια μικρή φωνή μέσα στο μυαλό. Της έχουν δώσει πολλά ονόματα. Εκείνη δεν ακούει σε κανένα. Μάλλον ακούει σε όλα, αλλά αρνείται να βολευτεί σε ένα από αυτά. Η φωνή αυτή μιλάει σε ανύποπτο χρόνο, λέει ακριβώς αυτά που έχει να πει και βυθίζεται και πάλι στη σιωπή. Μπορεί να κάνει μέρες, εβδομάδες, μήνες να ακουστεί. Νιώθεις όμως πως μαζεύει υλικό, ακόμα κι αν το υλικό αυτό μοιάζει ακαθόριστο και παρωχημένο. Γνωρίζεις πως αν η μικρή φωνή αποφασίσει να βάλει σε σειρά τα δεδομένα θα πει πολλά και μάλιστα ακριβώς με τη σύνταξη που πρέπει. Θα αφήσει έξω τα περιττά, αφού κλέψει όλη την ουσία τους. Η φωνή μετά θα αρχίσει να υπαγορεύει σε μια άλλη φωνή κάπως πιο κοινωνική. Η άλλη φωνή θα πάρει τις απαιτούμενες αποφάσεις παραβλέποντας την πρώτη φωνή. Ακολουθεί μια Τρίτη φωνή, η πιο δυνατή και πιο υπεύθυνη. Αυτή ξέρει πολλά μα δε μιλάει πολύ. Στην πραγματικότητα όσο περισσότερα ξέρει, τόσο λιγότερο μιλάει. Η Τρίτη φωνή είναι πάντα φοβισμένη γιατί ξέρει πως σε αντίθεση με τις άλλες δυο, όταν μιλάει ακούγεται. Και συχνά παρεξηγείται. Γι’ αυτό κι η Τρίτη φωνή που όταν φτάσει να μιλήσει ξέρει τα πάντα, συχνά λοξοδρομεί και μιλάει για άσχετα, ασήμαντα θέματα. Ανάμεσα στην άσκοπη φλυαρία της όμως, στέλνει κωδικοποιημένα μηνύματα με την ελπίδα κάποιος να καταφέρει να τα αποκρυπτογραφήσει. Η Τρίτη φωνή όταν παραληρεί, ξεθαρρεύει και ζητάει βοήθεια και για τις άλλες δύο. Καμιά φορά ο άνθρωπος μεθάει και τότε οι τρεις φωνές συντάσσονται και προσπαθούν ασθμαίνοντας να προλάβουν τα πάντα. Συνήθως τότε δε βγαίνει νόημα. Η αιτία καβαλάει την αφορμή κι ο λόγος τη σημασία. Τότε τα λόγια μπερδεύονται. Οι φωνές μπερδεύονται. Η πρώτη, η δεύτερη κι η Τρίτη φωνή εναλλάσσουν θέσεις μέχρι να τις συλλάβει κάποιος. Δεν τις αγγίζει υπεύθυνα κανείς. Γλιστρούν από παρανόηση σε παρανόηση κι από παρεξήγηση σε παρεξήγηση. Καμιά φορά κάποιος άλλος ακούει. Τις αποκρυπτογραφεί‧ τις βάζει σε σειρά‧ τις λέει νόημα. Τότε βγάζει τα συμπεράσματα του και προσπαθεί να διορθώσει την παραφωνία. Ψελλίζει κάτι σαν «έχεις πιει» ή «έλα να σε πάω σπίτι» ή «θα μιλήσουμε το πρωί» και με απαλές κινήσεις φιμώνει τις τρεις μπερδεμένες φωνές του συνομιλητή του και τις οδηγεί τρυφερά στο κρεβάτι. Κάθε μια στο δικό της. Το επόμενο πρωί οι τρεις φωνές ξυπνούν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, χωρίς μνήμη. Μοιάζουν να είναι ακριβώς οι ίδιες φωνές της προηγούμενης μέρας: μόνο που η πρώτη είναι κάπως πιο μπερδεμένη, η δεύτερη πιο επιφυλακτική κι η Τρίτη πιο φοβισμένη. Το υπόλοιπο της ανάρρωσης το περνούν στην απόλυτη σιωπή.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
3 comments:
Παραχωρεί ποτέ την κυρίαρχη θέση της η Τρίτη φωνή; Όμορφο κείμενο...
έχεις ευαίσθητο αυτί.
...μα αυτό που γουστάρω πιο πολύ είναι το ποτό που πίνεις.
Post a Comment