Νύχτα στο ταξί. Χάζευα ως συνήθως. Ώσπου πέρασε από δίπλα. Κι ήταν και δεν ήταν. Ήταν γιατί ήταν. Δεν ήταν γιατί είναι χρόνια μακριά. Κι είναι καλά. Σίγουρα καλύτερα από δω που απλώς υπήρχε ζητώντας κάτι που δεν το έβρισκε. Κι όμως στο διπλανό αμάξι υπήρχε μια παράλληλη απρόσμενη εκδοχή της, όπως θα ήταν αν δεν είχε φύγει ποτέ. Αν είχε βρει εδώ αυτό που ζητούσε, ή αν ζητούσε κάτι άλλο. Στο διπλανό αυτοκίνητο είχε ένα χαμόγελο που ταίριαζε εξαιρετικά στο πρόσωπό της και δεν το είχα καν υποπτευθεί τότε που τη συναντούσα καθημερινά και την έβλεπα να χαμογελά γοητευτικά κι αβίαστα. Ήταν το χαμόγελο της ηρεμίας, της συνειδητής πραγματικότητας, της ολοκλήρωσης.
Στο πρώτο φανάρι το ταξί μου την προσπέρασε. Είχε όμως ήδη μετεπιβιβαστεί στο κεφάλι μου. Άρχισα να αναρωτιέμαι ποια πραγματικότητα μας κερδίζει τελικά, από αυτές που μας διεκδικούν: η πιο δυνατή; Η πιο ταιριαστή; Η πιο εύκολη; Η πιο κοντινή; Η μήπως μια τυχαία; Κι εμείς νιώθουμε άραγε νοσταλγία για τις εναλλακτικές πραγματικότητες που συμβαίνουν ερήμην μας σε κάποια παράλληλη διάσταση ή μαθαίνουμε προσαρμοστικά να ανασαίνουμε τον αέρα που μας περιβάλλει;
Δεν κρύβω πως καμιά φορά με απασχολούν οι άλλες εκδοχές μου. Παίζω συχνά το παιχνίδι «τί θα συνέβαινε αν...» Ανακατεύω τα δεδομένα μου, τους δίνω νέες αδοκίμαστες ιδιότητες και με προβάλλω σε άδειες οθόνες, υποβάλλοντας με σε εναλλακτικές αλληλεπιδράσεις με τον κόσμο που με περιβάλλει. Το παράδοξο είναι πως αρκετές φορές αναγνωρίζω περισσότερο τις νέες εκδοχές μου. Καταφέρνω ευκολότερα να πω ή να κάνω αυτά που θέλω. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει τρόπος να γίνω κάποιος από τους παράλληλους εαυτούς μου. Να τον κλέψω για λίγο από τον κόσμο του και να αρχίσω να ενεργώ με την ταυτότητα του. Καταλήγω πως αν αλλάξουμε πραγματικότητα στις εκδοχές, απλούστατα θα χάσουν τις μαγικές τους ιδιότητες, θα πάρουν τα χαρακτηριστικά που εμείς οι ίδιοι έχουμε αναπτύξει μέσα στον κόσμο μας. Δώρον – άδωρον: δε μπορούμε να εκπληρώσουμε τους στόχους μια ζωής, ζώντας μία άλλη.
Τη σκέφτομαι και πάλι μέσα στο αυτοκίνητο με όλη αυτή την ηρεμία της παράλληλης εναλλακτικής ζωής της. Κι είμαι σίγουρος πως αν μπορούσα να παγώσω το χρόνο, να σταματούσα πλάι – πλάι τα δυο αυτοκίνητα, αν άνοιγα την πόρτα της, την κατέβαζα και της μιλούσα, θα την όριζε και πάλι η πραγματικότητα που μας δένει: στα δυο λεπτά θα έχανε πάλι το χαμόγελο της και θα ήθελε να φύγει. Κάτι θα της έλειπε. Κάτι θα έπρεπε να βρει. Κι όταν ο χρόνος άρχιζε ξανά, το αμάξι της θα ξαναγινόταν αεροπλάνο και θα πετούσε και πάλι μακριά.
Γιατί από τους ανθρώπους της ζωής μας, τελικά μας ανήκει μια μονάχα εκδοχή. Μπορεί να είναι καλή ή κακή, ταιριαστή ή αταίριαστη, ευλογημένη ή καταδικασμένη. Το σίγουρο όμως είναι ότι πρόκειται για τη μία και μοναδική εκδοχή που μας αντιστοιχεί. Κι όλες οι άλλες εκδοχές, αν τύχει ποτέ και τις συναντήσουμε, δε θα είναι παρά φευγαλέα φαντάσματα που μας προσπερνούν απρόσμενα τις νύχτες μέσα σε διερχόμενα αυτοκίνητα.
7 comments:
Iδανικές φωνές και βαλς των χαμένων ονείρων στο ριπιτ
Δηλαδή η ζωή χαρίζεται χωρίς να ανατραπεί;
Πολύ σκληρό.
θα 'ταν ωραία αν μπορούσαμε να διαλέξουμε σημεία και στιγμές από παράλληλες πραγματικότητες και διαφορετικούς εαυτούς και να τα ζούσαμε όλα μαζί σε μια ξεχωριστή πραγματικότητα.
@Εύη Αργυρίου:
Ίσως ανατρέπεται σε ένα παράλληλο σύμπαν. Κι είναι κι εκεί εξίσου σκληρό.
@Χαϊβάνι του Καναπέ:
Αυτό είναι δουλειά του υποσυνειδήτου μας. Το κάνει με ξεχωριστή επιτυχία και προσήλωση κάθε βράδυ:-)
Για τις περιπτώσεις που δεν διατίθεται καμία εκδοχή, έχεις-έχετε κάτι;
<:-)
@Christina:
Θαρρώ η απουσία είναι συνεπέστατη εκδοχή:-)
Γιατί ξύνεις πληγές?
Post a Comment