Ξεκινάμε απ’ αυτό: η Tori Amos δεν είναι πια ούτε η frontwoman του Y Kant Tori Read, ούτε το Cornflake Girl των charts, ούτε η Πασιονάρια της γυναικείας τραγουδοποιίας. Για να είμαι ειλικρινής δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν υπήρξε ποτέ απόλυτα και εντελώς κάτι απ’ όλα αυτά. Αν ωστόσο επιμένεις στην προσκόλληση σου σε μια από τις προαναφερθείσες ιδιότητές της, φοβάμαι πως διατρέχεις τον κίνδυνο να διακόψεις μια για πάντα τον παραμικρό δεσμό μαζί της. Γιατί η Amos, όπως όλοι οι γνήσιοι καλλιτέχνες δεν έμεινε ποτέ αιχμάλωτη σε μια μορφή έκφρασης, όσο βολική, επιτυχημένη και προσοδοφόρα κι αν υπήρξε. Και εννοείται ότι σε μια τέτοια περιπλάνηση ρισκάρεις να μην είναι κάθε σου πείραμα επιτυχημένο, ούτε εξίσου προσιτό και άμεσο, στην πορεία της εκφραστικής αναζήτησης όμως όλα είναι θεμιτά, σεβαστά κι ίσως τελικά ζητούμενα.
Το τελευταίο της ερευνητικό πεδίο είναι η συμφωνική μουσική, ένα ενδιαφέρον που προφανώς προέκυψε από την ενασχόληση της με το score του musical The Light Princess για το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας. Σε αυτή την κομβική στιγμή την προσέγγισε η ιστορική Deutsche Grammophon - γνωστή για cross over συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως ο Elvis Costello ή ο Sting - για την κυκλοφορία ενός κύκλου τραγουδιών (φόρμα όχι άγνωστη στην τραγουδοποιία της δημιουργού), που θα συνομιλεί ανοιχτά με τους αντίστοιχους κύκλους της κλασικής μουσικής. Το αποτέλεσμα είναι ένα μουσικό μωσαϊκό, που διατρέχει την ιστορία της ευρωπαϊκής (κατά κύριο λόγο) μουσικής παράδοσης των τελευταίων 400 ετών, με μια μικρή προσήλωση στους κλασικούς συνθέτες που επηρέασαν καθοριστικά το πέρασμα προς αυτό που θα λέγαμε σύγχρονη μουσική. Σχεδόν ολόκληρο το υλικό της προέρχεται από παραλλαγές σε κλασικά θέματα των Satie, Schumman, Stravinsky Bach, Mussorgksy κ.α, τα οποία όμως φιλτράρει μέσα από μια καθαρά δική της οπτική, δημιουργώντας ίσως έναν από τους πιο δυνατούς και συνοχικούς δίσκους της ώριμης περιόδου της.
Ο νοηματικός της άξονας – το ερωτικό ταξίδι μιας νύχτας, με την εναλλαγή κυνηγού και θηράματος που γυρνάνε μέσα στο χρόνο (το δικό τους και τον αέναο των εποχών που διαδέχονται η μια την άλλη) αποτελεί το ιδανικό πλαίσιο για να μας παρουσιάσει μερικά από τα πιο δυνατά στιχουργήματά της. Η μυστικιστική θεματική των τελευταίων της δίσκων, η θεοποίηση των φυσικών φαινομένων και μια μυθολογική διάσταση των βαθύτερων ενστίκτων του ερωτευμένου, δημιουργούν ένα κυριολεκτικό tour de force, που μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις πιο δυνατές στιγμές της τραγουδοποιίας της ίδιας της Tori. Κι ενώ φροντίζει έξυπνα να κρατάει δομικά και νοηματικά το ρομαντισμό των ευρωπαϊκών lieder, την ίδια στιγμή μπολιάζει τα τραγούδια της με γερές δόσεις σύγχρονης πραγματικότητας. Έτσι έχουμε ένα διαχρονικό ταξίδι με αλλεπάλληλα déjà vu από το πάντα στο απόλυτο σήμερα. Κι αυτό είναι ίσως κάτι που θα έπρεπε να εξετάσουν όσοι διατείνονται ότι το Night of Hunters είναι ένας ακαδημαϊκός δίσκος à la manière, αποκομμένος από το σήμερα. Στην πραγματικότητα, έχουμε πολύ καιρό να ακούσουμε τόσο άμεσα ερωτικά τραγούδια από την Tori, κάτι που αναδεικνύεται και από τις εξαιρετικές και απόλυτα προσωπικές ερμηνείες της.
Μπορεί βέβαια, κάποιος να κουραστεί από την εμμονή σε αυτή την κλασσικότητα καθώς κι από την παντελή απουσία σύγχρονης ενορχήστρωσης ή να διαπιστώσει πως σε κάποια σημεία το τελικό αποτέλεσμα εγκλωβίζεται από αυτή την πληθωρική εμμονή στα έγχορδα και τα πνευστά. Αν ακούσεις όμως το Night of Hunters σαν μια ξεχωριστή συνθήκη κι όχι σαν όλα όσα θα μπορούσε να είναι (κι ας είναι αυτά πολλά), τότε ίσως καταφέρεις να περάσεις τη μαγική πόρτα που θα σε μεταφέρει στον κόσμο που έχει φανταστεί η δημιουργός του φροντίζοντας στην εντέλεια ως και την παραμικρή λεπτομέρεια. Αν επιτύχεις το πέρασμα, τότε θα διαπιστώσεις πως ο κόσμος του Night of Hunters σου είναι πιο οικείος από ότι φαντάζεσαι ίσως αρχικά. Είναι ένας κόσμος όπου έχει φροντίσει ήδη να στον αφηγηθεί η Tori από πολύ νωρίς στη δισκογραφία της: ένας κόσμος περιπλάνησης και φαντασίας, περιπέτειας και εσωτερικής αναζήτησης‧ σα να λέμε το ίδιο ταξίδι με άλλο μέσο. Ένας δίσκος νέος και οικείος την ίδια στιγμή. Σαν να επιστρέφεις από άλλο δρόμο στην παλιά πατρίδα του Hesse.
Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου ωστόσο παραμένει ένα: τελικά ακούς ένα δίσκο της Deutche ή ένα δίσκο της Tori Amos; Η απάντηση είναι νομίζω αυτονόητη μετά από τις πρώτες ακροάσεις: στο Night of Hunters έχεις τη σπάνια τύχη να έρχεσαι αντιμέτωπος με μια πραγματική συνάντηση κορυφής, χωρίς την έκπτωση των αμοιβαίων υποχωρήσεων. Λες και ήταν η κατάλληλη στιγμή δυο παράλληλοι δρόμοι να βρουν το σημείο τομής τους. Από την πλευρά της D.G. έχουμε ένα επικοινωνιακό άνοιγμα του θησαυρού του καταλόγου και του ανθρώπινου δυναμικού της (οι σολίστες του δίσκου είναι ονειρικοί) σε ένα κοινό που ίσως αγνοεί τη δυναμική της κλασικής μουσικής, ενώ από την πλευρά της Amos γινόμαστε μάρτυρες της ύψιστης μορφής εξέλιξης ενός αυθεντικού καλλιτέχνη: τον ανοιχτό διάλογο της ελεύθερης προσωπικής του έκφρασης με μια καλλιτεχνική γλώσσα και δομές που προηγούνται της εποχής του μα αποτελούν την αφετηρία της Τέχνης του.
1 comment:
Μπράβο! Χάρηκα πολύ που διάβασα μια τόσο καλή και όχι προκατειλημμένη κριτική πάνω στο Night of Hunters. Λατρεύω την Tori <3... αλλά από ελληνικά sites μόνο αηδίες γράφουν οι περισσότεροι... κριτικές γεμάτα κόμπλεξ και κακία, που δείχνουν ότι δεν έχουν ιδέα του τι εστί Tori Amos.
Χαιρετώ τον συνάδελφο Toriphile! :)
Post a Comment